«Ιερός πόλεμος» μαίνεται γύρω από τον ΕΝΦΙΑ και την ιδιαίτερα αυξημένη αλλά και άνιση φορολόγηση της μοναστηριακής περιουσίας.

Ιερές Μονές ανά την επικράτεια καταφεύγουν στα δικαστήρια στρεφόμενες κατά του Δημοσίου και του υπουργείου Οικονομικών, με αφορμή τον ΕΝΦΙΑ, που όχι μόνο τις φέρνει αντιμέτωπες με το κράτος, αλλά ταυτόχρονα τις έχει διχάσει και μεταξύ τους, λόγω των επιλεκτικών φοροαπαλλαγών της νομοθεσίας.

Σύμφωνα με φορολογικές προσφυγές που θα απασχολήσουν πολύ σύντομα την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε «πιλοτική» δίκη, δύο Μονές θέτουν ζήτημα άνισης φορολογικής μεταχείρισης της ακίνητης περιουσίας τους. Και ζητώντας να ακυρωθούν τα εκκαθαριστικά σημειώματα ύψους σχεδόν μισού εκατ. ευρώ που τους έστειλε η Εφορία για τον ΕΝΦΙΑ του 2014, επιδιώκουν ουσιαστικά να επεκταθεί και σε αυτές (και συνακόλουθα και στις υπόλοιπες Μονές ανά την Επικράτεια) το προνομιακό καθεστώς της φοροαπαλλαγής, που προβλέπει το νομοθετικό πλαίσιο για τον ΕΝΦΙΑ (ν. 4223/13) για όλα τα ακίνητα που ανήκουν στις Ιερές Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές Μονές του Αγίου Ορους, που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Την επέκταση του ευνοϊκού αυτού φορολογικού καθεστώτος και σ’ αυτές, λόγω παράβασης των συνταγματικών αρχών που κατοχυρώνουν την ισότητα στα δημόσια βάρη και την προστασία της ιδιοκτησίας, ζητούν Μονές που υπάγονται πνευματικά και διοικητικά στην Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά και Μονές εποπτευόμενες μεν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που όμως βρίσκονται εκτός του Αγίου Ορους. Η αναμενόμενη «πιλοτική δίκη» θα ξεκαθαρίσει στις αρχές Νοεμβρίου εάν θα μπορέσουν να φοροαπαλλαγούν όλες οι ορθόδοξες Μονές, όχι μόνο για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούν για σκοπούς θρησκευτικούς, λατρευτικούς και κοινωφελείς, αλλά γενικά για όλη την ακίνητη περιουσία που έχουν στην κατοχή τους και την αξιοποιούν για μη θρησκευτικούς σκοπούς.

Στην επιχειρηματολογία του «ιερού πολέμου» που έχει ξεσπάσει κατά του ΕΝΦΙΑ αξιοποιούνται ως «νομικά όπλα» οι παράνομοι υπολογισμοί των φόρων λόγω των «φουσκωμένων» αντικειμενικών αξιών, που έχουν ξεχαστεί στο 2007, το αντισυνταγματικό «χαράτσι» της ΔΕΗ, ο κίνδυνος δήμευσης περιουσιών λόγω της υπέρμετρης φορολόγησης ακόμα και της απρόσοδης περιουσίας που δεν δίνει κανένα εισόδημα (όπως οι ορεινοί όγκοι, τα ξενοίκιαστα ακίνητα κ.λπ.). Δεν λείπουν δε ακόμα και οι αιχμές κατά των επαχθών μνημονιακών μέτρων, των δανειακών συμβάσεων που εξυπηρετούν τις ανάγκες των δανειστών του ελληνικού κράτους κ.λπ.

Ο ΕΝΦΙΑ έφερε σε αρκετές περιπτώσεις στα ύψη τη φορολογική επιβάρυνση διαφόρων Μονών, καθώς κλήθηκαν να πληρώσουν φόρο 5πλάσιο έως και 10πλάσιο εκείνου που κατέβαλλαν έως το 2013, με συνέπεια να ακολουθήσουν αρχικά ενδικοφανείς προσφυγές στις αρμόδιες επιτροπές του υπουργείου Οικονομικών και εν συνεχεία (μετά τη σιωπηρή απόρριψή τους) να κατατεθούν σχετικά φορολογικές προσφυγές σε διοικητικά Πρωτοδικεία και Εφετεία της χώρας. Η αρμόδια 3μελής επιτροπή κορυφαίων στελεχών του ΣτΕ υπό τον πρόεδρό του Σ. Ρίζο, έκανε δεκτό το αίτημα δύο Μονών για να παραπεμφθούν δύο σχετικές προσφυγές από δικαστήρια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης κατ’ ευθείαν στην Ολομέλεια ΣτΕ, ώστε να λυθούν εκεί «πιλοτικά» και σύντομα όλες οι ενστάσεις αντισυνταγματικότητας κατά του ΕΝΦΙΑ και της διακριτικής φορολόγησης της μοναστηριακής περιουσίας.

Και μέχρι την οριστική απόφαση του ΣτΕ που αναμένεται το φθινόπωρο, θα πρέπει να «παγώσουν» όλες οι παρεμφερείς εκκρεμείς δίκες, καθώς η «πιλοτική» απόφαση θα δώσει «γραμμή» κατευθυντήρια για το αν και τι θα πληρώσουν όλες οι Μονές.

Διχασμός
Τον «ιερό» διχασμό ανάμεσα στις Μονές και τη φορολογική δικαστική «κόντρα» με το κράτος έφερε η διάταξη του ν. 4223/13 που προβλέπει πλήρη απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα των 20 Ιερών Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών του Αγ. Ορους (που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο) όπου κι αν βρίσκονται (εντός ή εκτός Αγ. Ορους) και ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιούνται για θρησκευτικούς κοινωφελείς σκοπούς ή για χρήσεις εμπορικές, κατοικίας κ.λπ. και αν ιδιοχρησιμοποιούνται ή όχι.

Στην «πιλοτική» δίκη θα βρεθούν αντιμέτωπες με το κράτος η Ιερά Πατριαρχιακή και Σταυροπηγιακή Μονή Αγίας Αναστασίας Φαρμακολύτριας (με έδρα στη Χαλκιδική) και η Ι. Μονή Προφήτη Ηλία της Ι. Μητρόπολης Υδρας Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος, Τροιζηνίας (με έδρα στην Υδρα) που έχουν προσβάλει τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ και θεωρούν αντισυνταγματικό το ν. 4223/13, στο μέτρο που προβλέπει φοροαπαλλαγές μόνο για τις Μονές του Αγ. Ορους, επιφυλάσσοντας έτσι άνιση, δυσμενή φορολογική μεταχείριση για τις υπόλοιπες Μονές κατά παράβαση του Συντάγματος.

Στην πράξη θα βρεθούν ενώπιον του ΣτΕ αντιμέτωπες ως διάδικοι και με τις Μονές του Αγ. Ορους, που οφείλουν να καταθέσουν ένδικα μέσα στο ανώτατο δικαστήριο για να υπερασπιστούν τη συνταγματικότητα της φοροαπαλλαγής τους, προκειμένου να μην «κοπεί» ως αντισυνταγματική, ενώ από την άλλη αναμένονται πρόσθετες παρεμβάσεις και από πολλές άλλες Μονές της Ελλάδας, για να διεκδικήσουν την επέκταση των φοροαπαλλαγών και σ’ αυτές.

Στις προσφυγές τονίζεται μάλιστα ότι δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο για τη διαφορετική μεταχείριση το γεγονός ότι άλλες Μονές εποπτεύονται (διοικητικά και πνευματικά) από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ενώ άλλες από την Εκκλησία της Ελλάδος και τους αρμόδιους κατά τόπον Μητροπολίτες. Αλλωστε η Μονή Αγ. Αναστασίας θέτει ζήτημα άνισης μεταχείρισης και Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών στην Ελλάδα που εποπτεύονται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως η ίδια, η Ι. Μονή Βλατάδων, η Ι. Μονή Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, αφού δεν έχουν την ίδια ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση με τις Μονές του Αγ. Ορους αλλά δυσμενέστερη, πληρώνοντας βαρύ ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα που δεν ιδιοχρησιμοποιούνται για σκοπούς λατρευτικούς – κοινωφελείς.

Σημαντική επιβάρυνση
Οι «φουσκωμένες» αντικειμενικές διπλασίασαν τη φορολόγησή τους

Με βάση τις προσφυγές των δύο Μονών, όλα τα ακίνητα καλύπτουν άμεσα ή έμμεσα λατρευτικούς-κοινωφελείς σκοπούς, ενώ η φορολόγηση ακινήτων που δεν δίνουν εισόδημα (π.χ. ορεινοί όγκοι) είναι καταχρηστική και οδηγεί σε αντισυνταγματική δήμευση της περιουσίας, προκαλώντας σοβαρούς κινδύνους για τις Μονές, που μπορεί να εξαναγκαστούν να δανειστούν για να αντιμετωπίσουν τις απαραίτητες δαπάνες.

Ειδικά για τις αντικειμενικές αξίες επισημαίνεται ότι παραμένουν «παγωμένες» στις τιμές του 2007 παρά τη μεγάλη πτώση τους, τουλάχιστον κατά το 1/3 όπως προκύπτει και από σχετικές εκθέσεις στο στάδιο της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα η Ολομέλεια ΣτΕ έστειλε «τελεσίγραφο» προς την προηγούμενη κυβέρνηση λίγο πριν από τις εκλογές, προκειμένου να προχωρήσει εντός 6μήνου σε μείωση των αντικειμενικών αξιών, γιατί είναι διογκωμένες.

Στις ίδιες προσφυγές επισημαίνεται ακόμα η αντισυνταγματικότητα του ΕΝΦΙΑ, γιατί δεν λαμβάνει υπόψη του αν έχει φοροδοτική ικανότητα κάθε πολίτης, έτσι ώστε να μη θίγεται το κατώτατο όριο διαβίωσης. Επίσης γίνεται συσχετισμός ευθέως με το «χαράτσι της ΔΕΗ» για τα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, καθώς ο ΕΝΦΙΑ θεσπίστηκε ως υποκατάστατο του ΕΕΤΗΔΕ (και του ΕΕΤΑ) μετά την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε συνταγματικά ανεκτό το «χαράτσι», εφόσον όμως παρέμενε ως έκτακτος φόρος για τη διετία 2011-12, αλλά και μετά την απόφαση του Δ’ τμήματος του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε ως αντισυνταγματικό το ΕΕΤΗΔΕ στην Ολομέλεια ΑΠ για οριστική κρίση.

Ζητείται ίση μεταχείριση
Δεν παραλείπεται ακόμα να τονιστεί η διπλή φορολόγηση των ακινήτων, ενώ χαρακτηρίζονται παράνομες οι δανειακές συμβάσεις και τα Μνημόνια της χώρας, γιατί κατέλυσαν την προστασία της εθνικής κυριαρχίας και της περιουσίας (κρατικής και ιδιωτικής).

Με δεδομένο ότι με τις «φουσκωμένες» αντικειμενικές αξίες οι αρμόδιες Εφορίες εκτίμησαν την ακίνητη περιουσία κάθε Μονής σε ποσά άνω των 50 εκατ. ευρώ, ζήτησαν την καταβολή ΕΝΦΙΑ, που κυμαίνεται περίπου από 140.000 έως 260.000 ευρώ.

Αρχικά μάλιστα είχε υπολογιστεί σχεδόν διπλάσιος φόρος (περίπου 280.000 €) που αργότερα «έπεσε» περίπου στο μισό, ύστερα από διορθώσεις που αφορούσαν τη χρήση για θρησκευτικούς σκοπούς, εκτάσεις δασικές κ.λπ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο φόρος της προηγούμενης χρονιάς ανερχόταν σε ποσό περίπου 25.000 ευρώ, που σχεδόν εξαπλασιάστηκε με τον ΕΝΦΙΑ, αφού φορολογήθηκαν επιπλέον και μεγάλες εκτάσεις δασικές (7.000 στρέμματα) βοσκοτόπων, ελαιώνες κ.λπ. με επιβάρυνση και σημαντικού συμπληρωματικού φόρου πέρα από τον κύριο.

Οι προσφεύγουσες Μονές υποστηρίζουν ακόμα ότι η φοροαπαλλαγή των Μονών του Αγ. Ορους δεν στηρίζεται στο αυτοδιοίκητο (αφορά και ακίνητά τους εκτός Αγ. Ορους στην υπόλοιπη Ελλάδα), αλλά στηρίζεται στις συνταγματικές διατάξεις που διευκολύνουν τη θρησκευτική αποστολή και την κρατική προστασία των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ετσι, για λόγους ίσης προστασίας της περιουσίας και ίσης φορολόγησης μεταξύ εκκλησιαστικών προσώπων της ίδιας κατηγορίας, πρέπει να υπάρξει η ίδια ευνοϊκή μεταχείριση και για τις υπόλοιπες Μονές, αντί της δυσμενούς μεταχείρισής τους, με την εξαίρεσή τους από τις φοροαπαλλαγές.

Πηγή: Το Έθνος – Α. Αυλωνίτης