Ζήτημα δημοκρατίας η διείσδυση ή όχι των ΑΠΕ (στα νησιά)

Tου Ηλία Ευθυμιόπουλου

Σε πολλά νησιά, ιδίως του Αιγαίου, ο σχεδιασμός και η εγκατάσταση ΑΠΕ (κυρίως αιολικών) προσκρούει σε αντιδράσεις των ΟΤΑ, κοινωνικών ομάδων ή/και κοινωνικών οργανώσεων.

Οι σκεπτικιστές προβάλλουν κυρίως το αίτημα των επιπτώσεων στο τοπίο και οι σχετικοί φορείς/σύλλογοι κτλ.  που δημιουργούνται ad hoc προτείνουν είτε ακύρωση των σχεδίων, είτε μείωση του μεγέθους των εγκαταστάσεων, είτε μεταφορά τους σε άλλη περιοχή (ανεξάρτητα από το αν αυτό είναι εφικτό ή όχι).

Άλλες φορές οι αντιδράσεις έχουν την αφετηρία τους στην τεχνητή ασάφεια και τη μυστικοπάθεια των εταιρειών: πολλά επενδυτικά σχέδια εγκαταλείπονται στην πορεία για «εσωτερικούς» λόγους, άλλα είναι εικονικά (με σκόπευση π.χ. το χρηματιστήριο) και άλλα είναι ευκαιριακά (αγοραπωλησία αδειών).  

Πέραν όμως των περιβαλλοντικών και επιχειρηματικών αιτιάσεων, οι ενστάσεις υποκρύπτουν και άλλα αίτια, πολύ λιγότερο εμφανή στα δημόσια μέσα,  όπως ανταγωνιστικά επιχειρηματικά συμφέροντα (τα οποία διαμορφώνουν «κοινή γνώμη»), σύγκρουση χρήσεων γης (π.χ. προσδοκίες για τουριστική ανάπτυξη ή οικιστική επέκταση περιοχών που προορίζονται για ΑΠΕ), πολιτικές σκοπιμότητες (τα κινήματα άρνησης είναι το άρμα του λαϊκισμού).  

Συχνά προτάσσεται το επιχείρημα ότι είναι σκόπιμο να καλυφθούν από ΑΠΕ μόνον οι τοπικές ανάγκες. Αυτό, αν και θεμιτό, είναι τεχνικά ανέφικτο για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Το κυριότερο όμως είναι ότι δημιουργεί προβλήματα στην επίτευξη των εθνικών στόχων, και περιορίζει κατά πολύ το (εξαγώγιμο) δυναμικό πολλών νησιών. Στην Ελλάδα, ο νόμος για το  Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο (ΕΧΣ) των ΑΠΕ ορίζει το μέγιστο ποσοστό της έκτασης που είναι δυνατόν να καλυφθεί, καθώς και τα κριτήρια χωροθέτησης. Είναι γεγονός ότι ο νόμος, ως πλαίσιο «οριζόντιας εμβέλειας» δεν λαμβάνει υπόψιν τις τοπικές ιδιαιτερότητες και ιδιαίτερα των νησιών. Ο μικρός χώρος, το έντονο ανάγλυφο, η ποικιλία των τοπίων και η διάσπαρτη δόμηση, απαιτούν ειδικές μελέτες εφαρμογής και όχι συνταγές γενικής χρήσης. Ας ελπίσουμε ότι ο νέος αναθεωρητικός νόμος που κυοφορείται στο ΥΠΕΝ θα πατήσει πάνω στη γνώση και την εμπειρία και όχι πάνω σε «πτώματα».

Πολλές νησιωτικές κοινωνίες επισημαίνουν το γεγονός ότι ο σχεδιασμός και οι αποφάσεις ερήμην αυτών. Η διαπίστωση αν και σωστή, δεν παίρνει υπόψιν την ανάγκη για την υιοθέτηση – και στη χώρα μας – της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Αυτό θα πρέπει να είναι και το σημείο αφετηρίας μιας νέας προσέγγισης της «διαχείρισης» της κοινής γνώμης η οποία θα μπορούσε να γίνει στην πλειοψηφία της σύμμαχος του νέου ενεργειακού σχεδιασμού. Πέραν των κλασσικών διαβουλεύσεων θα προσέθετα τα εξής:

  • Δημιουργία συμμαχιών με ειδικές κοινωνικές ομάδες (π.χ. εκπαιδευτική κοινότητα, περιβαλλοντικές οργανώσεις) ή επαγγελματικές ομάδες (π.χ. μηχανικοί, εργαζόμενοι στη βιομηχανία, στις ΜΜΕ κτλ.)
  • Προτροπή για ουσιαστική συμμετοχή των ΟΤΑ στη διερεύνηση εναλλακτικών σεναρίων χωροθέτησης μεγάλων αιολικών πάρκων με εκτίμηση επιπτώσεων και ωφελειών, διερεύνηση εναρμόνησης των εγκαταστάσεων με το τοπίο (landscape planning), 
  • Διερεύνηση δυνατοτήτων συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας και των ΟΤΑ στα επιχειρησιακά σχήματα. Στις σημερινές δύσκολες συνθήκες, η λύση αυτή μπορεί να φέρει σημαντικά έσοδα στους ΟΤΑ των νησιών και στους κατοίκους, και να απαντήσει εν μέρει και το πρόβλημα της χρηματοδότησης των έργων.
  • Στις περιοχές με έντονες αντιπαραθέσεις θα χρειαστεί να προηγηθούν πιλοτικές εφαρμογές, ή να γίνει σταδιακά η ολοκλήρωση των εφαρμογών, ώστε οι τοπικές κοινωνίες να προλάβουν να πεισθούν για τα ενδεχόμενα οφέλη. 

Κατά τη γνώμη μας, η ανάπτυξη των μεγάλων ενεργειακών έργων στα νησιά δεν είναι μόνο ευκαιρία για το περιβάλλον και την επιχειρηματικότητα, αλλά και για συνεργασίες νέου τύπου. Οι «μηχανισμοί κατανομής οφέλους» αποτελούν μια τεχνική που επιτρέπει  στους κύριους των έργων να μεταφέρουν πολλά από τα οφέλη στις τοπικές κοινωνίες οι οποίες φιλοξενούν τις εγκαταστάσεις. Στην πράξη όμως, οι μηχανισμοί κατανομής οφέλους δεν χρησιμοποιούνται μόνο για να αντιμετωπίστούν ζητήματα αποδοχής. Μπορούν, για παράδειγμα, να χρησιμοποιηθούν και ως εργαλείο για την προσέλκυση επιπρόσθετης χρηματοδότησης ή για την αύξηση του μεγέθους ενός έργου, κάτι που έχει ήδη αποδειχθεί από τη δημιουργία και στη συνέχεια τη σύμπραξη συνεταιρισμών, ΟΤΑ και ιδιωτικών εταιρικών σχημάτων.

Φυσικά, τα αντισταθμιστικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες, μπορούν να έχουν διάφορες μορφές. Η συνιδιοκτησία για παράδειγμα, είναι συμμετοχή υψηλού επιπέδου. Είναι η πρακτική που έχει εφαρμοστεί στις βόρειες χώρες της Ευρώπης και κυρίως στη Δανία.

 Η αποζημίωση μπορεί να επίσης να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών θεμάτων.  Η αποζημίωση μπορεί να λάβει διαφορετικές μορφές, συμπεριλαμβανομένης και της ατομικής χρηματικής αποζημίωσης για άμεσες υλικές ζημιές. Σε αυτή την περίπτωση είναι σημαντικό να αποφεύγεται οποιαδήποτε ευκαιριακή αντιμετώπιση (να μην λειτουργεί ο δηλαδή ο θεσμός ως κίνητρο για την απαίτηση περισσοτέρων ωφελειών σε τυχόν μελλοντικό έργο). Στην Ελλάδα, η αποζημίωση είναι θεσμοθετημένη μέσα από το ποσοστό 3% που πηγαίνει στους ΟΤΑ, στους δημότες των περιοχών με έργα ΑΠΕ και στο …Πράσινο Ταμείο (το τελευταίο είναι μάλλον μια μαύρη τρύπα). Είναι ένα μέτρο του οποίου τα αποτελέσματα δεν έχουν αξιολογηθεί.

Τα οφέλη σε είδος προσφέρουν τη δυνατότητα να αντιμετωπιστούν διαφορετικές τοπικές ανάγκες (κοινωνική πολιτική, εκπαίδευση, κ.ά.) αλλά και να δώσουν ώθηση στην τοπική ανάπτυξη αν είναι παραγωγικού χαρακτήρα (μεταβίβαση τεχνογνωσίας, ενίσχυση μικρών επιχειρήσεων κτλ.)

Η μείωση στην τιμή της ενέργειας είναι ένας άλλος μηχανισμός, όπως και η δημιουργία θέσεων εργασίας ή η σύνδεση των ΑΠΕ με μορφές τουρισμού (π.χ επισκέψιμα θεματικά πάρκα).

Όλα βέβαια τα παραπάνω απαιτούν κοινωνίες με μια οριμένη ωριμότητα και πολιτικούς/πολιτικές που να μην άγονται και φέρονται από την εκάστοτε συγκυρία. Χρειάζεται επίσης υπευθυνότητα και καταδίκη του προσχηματικού λόγου, από όπου κι αν αυτός προέρχεται. Ο τόπος μας και οι καιροί έχουν ανάγκη από περισσότερη πραγματική δημοκρατία και λιγότερο θόρυβο.  

Ο Η. Ευθυμιόπουλος είναι οικολόγος, τ. υφυπουργός, συγγραφέας και σύμβουλος τοπικής ανάπτυξης. Μεταξύ άλλων κυκλοφορούν τα βιβλία του «Παράθυρο στην κρίση» εκδ. Μεταίχμιο και  το «Δίλημμα της πεταλούδας» εκδ. Ακαδημίας Αθηνών.