«Απογοητευμένη» δηλώνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το γεγονός ότι οι οικονομίες των χωρών-μελών της Ευρωζώνης αντί να συγκλίνουν, αποκλίνουν, με αποτέλεσμα το χάσμα μεταξύ των χωρών του «πυρήνα» και της «περιφέρειας» να έχει διευρυνθεί ακόμα περισσότερο σε σχέση με την προ-ευρώ εποχή.

 

«Η πρόοδος προς την πραγματική σύγκλιση μεταξύ των 12 ιδρυτικών μελών της ΟΝΕ κατά τα πρώτα χρόνια είναι απογοητευτική», αναφέρει η ΕΚΤ, σε έκθεσή της που δημοσιεύθηκε χθες. Όπως σχολιάζει το Reuters, «οι ασυνήθιστα υψηλοί τόνοι της τράπεζας καταδεικνύουν τον προβληματισμό για τις προοπτικές της Ευρωζώνης που βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση, αφότου η Ελλάδα βρέθηκε ένα βήμα προ του Grexit».

Μεταξύ άλλων επισημαίνεται ότι οι χώρες δεν αντιλήφθηκαν ότι η ώθηση από τη μεγάλη πτώση του κόστους του χρήματος (ένα από τα βασικά οφέλη της ένταξης στο ευρώ) θα ήταν προσωρινή και εάν δεν λαμβάνονταν μέτρα θα πυροδοτούσε (όπερ και εγένετο) αλόγιστο δανεισμό και υπερχρέωση, σπέρνοντας τους σπόρους της κρίσης χρέους. Η ΕΚΤ δεν παραλείπει να αναφερθεί εκτενώς στην Ελλάδα, όπου η εκτίναξη της εγχώριας ζήτησης (χάρη στο φθηνό και εύκολο χρήμα) επί σειρά ετών οδήγησε σε υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων ανάπτυξης.

Ως αποτέλεσμα, η δημοσιονομική πολιτική ήταν υπερβολικά επεκτατική κατά την περίοδο των «παχιών αγελάδων», καθώς οι προϋπολογισμοί βασίστηκαν στη παραδοχή ότι τα υψηλά έσοδα που παράγονται από τη μη διατηρήσιμη εγχώρια ζήτηση θα συνεχίζονταν και τα επόμενα χρόνια. Με την έναρξη της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης, τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν απότομα, με αποτέλεσμα την ταχεία αύξηση του δημόσιου χρέους.

Η έκθεση υποστηρίζει επίσης ότι η ανεπάρκεια των θεσμών σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία επηρεάζει αρνητικά την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και κατ’ επέκταση τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές, ενώ ανασταλτικά για την πραγματική σύγκλιση λειτούργησαν και οι χρόνιες διαρθρωτικές δυσκαμψίες στις χώρες αυτές, ιδιαίτερα στις αγορές αγαθών και εργασίας.

Πηγή: Ημερησία