Καλό… Πάσχα για τη συμφωνία

Της Δήμητρας Καδδά

Με διαφορετικές θέσεις όχι μόνο για τα μεγάλα ανοικτά πεδία των νέων δημοσιονομικών μέτρων, του ασφαλιστικού, του φορολογικού και του δημοσίου, αλλά και για το χρόνο που απαιτείται ούτως ώστε να ολοκληρωθεί η κρίσιμη πρώτη αξιολόγηση, έκλεισε χθες ο πρώτος γύρος διαπραγματεύσεων στην Αθήνα.

 Πηγές των θεσμών ορίζουν το χρόνο ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης μέσα στους επόμενους δύο μήνες. “Ελπίζουμε να υπάρξει συμφωνία πριν το καθολικό Πάσχα” περί τα τέλη Μαρτίου δηλαδή, αναφέρουν αρμόδια κοινοτικά στελέχη, κάνοντας λόγο για πρόοδο αλλά και για δρόμο που πρέπει ακόμη να διανυθεί.

Η κυβέρνηση, δια στόματος του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, είχε εκφράσει, κατά την εκκίνηση των εν Αθήναις 5ήμερων διαβουλεύσεων, ότι επιμένει και επιθυμεί την ολοκλήρωση όλων των συζητήσεων έως το τέλος του Φεβρουαρίου, ζητώντας την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου, για τελικό γύρο 2 εβδομάδων, θέση/αίτημα που συνεχίζει να διατηρεί.

Ωστόσο, όπως ανέφερε χθες ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι θεσμοί θα αξιολογήσουν τα στοιχεία και θα επιστρέψουν σύντομα στην Αθήνα. Σε μία “εύλογη συμφωνία σε εύλογο χρόνο” αναφέρθηκε χθες και ο υπουργός οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μετά την ολοκλήρωση του τελικού γύρου διαπραγματεύσεων σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.

Και αν ισχύσει ο νέος χρονικός ορίζοντας που βλέπουν – στο καλό σενάριο – οι θεσμοί, αυξάνεται η πίεση όχι μόνο για τα κρατικά διαθέσιμα (με πληρωμές δύο δόσεων προς το ΔΝΤ τον Μάρτιο και άλλη μία τον Απρίλιο) αλλά και για τα εσωτερικά μέτωπα που έχουν ανοίξει με τους αγρότες, τους ελεύθερους επαγγελματίες και όχι μόνο.

Ο ΥΠΟΙΚ αναφέρθηκε την Παρασκευή και στην ανάγκη κάποια από τα θέματα να τύχουν περαιτέρω τεχνικής αλλά και πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Ο χρόνος

“Όσο ο χρόνος περνά η διαπραγματευτική δύναμη της κυβέρνησης μειώνεται και αυτό το έχουν δείξει οι διαπραγματεύσεις του 2015 αλλά και των προηγούμενων ετών” αναφέρουν διπλωματικές πηγές. Ωστόσο, κάνουν και λόγο για επιμονή της κυβέρνησης περί δυνατότητας ταχύτερης λύσης αλλά και για θέματα διαφωνιών εντός των θεσμών που “ενδεχομένως να εμποδίζουν την πορεία προς την συμφωνία”, όπως είχε συμβεί – αναφέρουν – και στο παρελθόν.

Η ελληνική κυβέρνηση επιμένει, σύμφωνα με στελέχη της, στις κόκκινες γραμμές στο ασφαλιστικό αλλά και στην πρότασή της για αύξηση του υψηλού φορολογικού συντελεστή στο 50%. Οι θεσμοί από την πλευρά τους έχουν κάνει σαφείς τις διαφωνίες τους, όχι μόνο στο ασφαλιστικό, αλλά και στο φορολογικό, θέτοντας θέμα υπέρμετρης επιβάρυνσης των υψηλότερων εισοδημάτων.

Έτοιμο το μεσοπρόθεσμο

Η ελληνική πλευρά, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει έτοιμη και την δική της πρόταση για το νέο Μεσοπρόθεσμο έως το 2019, με το σύνολο των μέτρων που απαιτούνται – σύμφωνα με την δική της θέση – για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού. Ωστόσο πληροφορίες από την ελληνική πλευρά αναφέρουν ότι οι θεσμοί δεν έδωσαν μέχρι στιγμής τη δική τους αντιπρόταση.

Αυτό που έκαναν πλέον σαφές και δημοσίως οι δανειστές, μέσα από την έκθεση της Επιτροπής, είναι ότι απαιτούνται πρόσθετα μέτρα το 2016 για να διασφαλιστούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που ορίζονται στο μνημόνιο. Και τούτο τη στιγμή που η ελληνική πλευρά επιμένει ότι δεν χρειάζονται πρόσθετα μέτρα λόγω των καλύτερων επιδόσεων δημοσιονομικά του 2015, αλλά και λόγω της μικρότερης ύφεσης (την οποία πάντως αποδέχονται οι κοινοτικές υπηρεσίες).

Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις στην Αθήνα τις προηγούμενες ημέρες άφησαν να φανεί σειρά ενστάσεων των θεσμών, όχι μόνο για τις ανάγκες για νέα μέτρα αλλά και για την απόδοση μίας σειράς από φορολογικές και άλλες παρεμβάσεις που προωθεί η κυβέρνηση. Για παράδειγμα οι θεσμοί αμφισβητούν, σύμφωνα με πληροφορίες, τόσο την απόδοση μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί όσο και αυτών που ναι μεν έχουν θεσπιστεί, αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί όπως είναι νέα κλίμακα στα ενοίκια, η φορολογία στο κρασί και στα τυχερά παιχνίδια, αναφέροντας στα ελληνικά τεχνικά κλιμάκια (τα οποία διαφωνούσαν) ότι η αύξηση φορολογίας θα μειώσει τα προσδοκώμενα από την κυβέρνηση έσοδα.

Ένα άλλο σημείο τριβής, είναι αυτό των αμυντικών δαπανών που θα πρέπει – βάσει προϋπολογισμού – να μειωθούν κατά 500 εκατομμύρια φέτος. Ωστόσο αυτό σύμφωνα με τους θεσμούς δεν επιτυγχάνεται, αλλά σε αυτό το σημείο εισάγεται και το θέμα του προσφυγικού και των αυξημένων δαπανών που ήδη προκαλούν και θα συνεχίζουν να επιβαρύνουν τις ένοπλες δυνάμεις.

Πρόκειται για ένα θέμα – εξηγούν διπλωματικές πηγές – το οποίο ακόμα δεν έχει αποφασιστεί σε επίπεδο θεσμών και πολιτικών αποφάσεων πώς θα αντιμετωπιστεί, δεδομένου ότι η Ελλάδα πιέζεται μεν για μεγάλη επιτάχυνση και ολοκλήρωση των αναγκαίων υποδομών, χωρίς όμως να υπάρχει πρόβλεψη για ειδική δημοσιονομική ή χρηματοδοτική διευκόλυνση.

Στην διαπραγμάτευση καθεαυτή, επόμενος επίσημος σταθμός είναι το Εurogroup της προσεχούς Πέμπτης. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης περιμένουν από την ελληνική πλευρά αλλά και από τους εκπροσώπους των θεσμών τον απολογισμό της κατάστασης. Η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει, σύμφωνα με πληροφορίες, να επιταχυνθεί η διαδικασία επιστροφής των θεσμών στην Αθήνα και ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης.

EFC χθες στις Βρυξέλλες

Πάντως, μία πρώτη αίσθηση του κλίματος που κυριαρχεί στα άλλα κράτη-μέλη έλαβε η Ελληνική αντιπροσωπεία, σύμφωνα με πληροφορίες, το προηγούμενο διήμερο στις Βρυξέλλες, κατά τη συνεδρίαση του οργάνου που προετοιμάζει το Eurogroup. Την Πέμπτη συνεδρίασε στις Βρυξέλλες το Euro Working Group και την Παρασκευή το EGC, δηλαδή το αντίστοιχο επιτελικό όργανο της ευρωζώνης και των κρατών-μελών του συνόλου της E.E. με επίσημο αντικείμενο τις συνόδους του Eurogroup και του Ecofin αντίστοιχα την προσεχή εβδομάδα.