Η λύση που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια είναι αυτή της μετάθεσης του προβλήματος στο μέλλον…

 

Γράφει ο Κώστας Στούπας

Το μοναδικό σενάριο εξόδου της Ελλάδας από την κρίση φαίνεται πως περνά μέσα από την οικονομική της κατάρρευση. Μόνο αν δεν καταβληθούν μισθοί και συντάξεις από το δημόσιο, ο μέσος ψηφοφόρος θα δεχτεί να συζητήσει επί του θεμελιώδους προβλήματος της χώρας.

Μόνο τότε η θλιβερή πολιτική ηγεσία που αναλώνεται σε «κοκορομαχίες» για success story και «ζουρνάδες» με «νταούλια» θα καθίσει να προτείνει πρακτικές λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Το θεμελιώδες πρόβλημα της χώρας συνίσταται στο ότι έχουμε  2,7 εκατ. συνταξιούχους και λιγότερους από αυτόν τον αριθμό εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Αν υπολογίσουμε και τις 200-300.000 που έχουν θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης, οι συνταξιούχοι φτάνουν τα 3 εκατ. περίπου.  Ακόμη και αν αύριο ως δια μαγείας είχαμε μια επενδυτική έκρηξη στην Ελλάδα και όλοι οι άνεργοι αποκτούσαν εργασία, θα είχαμε 2,5 εκατ. εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα συν 1,5 εκατ. άνεργους, ίσον περί τα 4 εκατ. εργαζόμενους.

Περί τα 4 εκατ. εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα είναι αδύνατο να συντηρήσουν 3 εκατ. συνταξιούχους συν 700 χιλ. εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα. 

Η μέση σύνταξη στην Ελλάδα είναι περί τα 900 ευρώ το μήνα. Την ίδια ώρα ο μέσος μικτός μισθός φτάνει τα 1.048 ευρώ. Τούτο σημαίνει πως ο μέσος καθαρός μισθός στη χώρα είναι χαμηλότερος από τη μέση σύνταξη.

Κάθε φορά που με καλούν σε τηλεοπτικά πάνελ απέναντι σε πολιτικούς, συνδικαλιστές και άλλα στελέχη του δημόσιου διαλόγου, θέτω αυτό το ερώτημα. Απάντηση δεν λαμβάνω. Οι περισσότεροι μοιάζουν ή παριστάνουν πως ακούν αυτά τα νούμερα για πρώτη φορά. Κάποιοι όντως τα ακούν για πρώτη φορά και ας αποτελούν δημοσιοποιημένα στοιχεία. Βλέπε: Αρνούνται την ύπαρξη του προβλήματος

Παρ’ ό,τι δεν αμφισβητούν τους αριθμούς δεν απαντούν επί του πρακτέου. Γιατί οποιαδήποτε λογική απάντηση περνά από τη διάλυση του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού ως εκπροσώπου αυτής της ασταθούς αναλογίας στην κοινωνία και την οικονομία. Περνά δηλαδή από την πολιτική και επαγγελματική αναίρεσή τους.  

Το υψηλό κόστος συντήρησης του συνταξιοδοτικού συστήματος συνεπάγεται υψηλές εισφορές και υψηλούς φόρους. Το υψηλό κόστος φόρων και εισφορών συνεπάγεται επιβάρυνση του κόστους των θέσεων εργασίας. Καμιά επιχείρηση που τηρεί το νόμο δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική των ξένων. Στα υψηλά αυτά κόστη αν προσθέσουμε και το υψηλότερο ενεργειακό κόστος, το κόστος γραφειοκρατίας, διαφθοράς κλπ. θα συμπεράνουμε πως ο όρος ανταγωνιστικότητα ή δημιουργία παραγωγικού οικονομικού μοντέλου ηχούν μόνο σαν ανέκδοτα. 

Η αντιπολίτευση και η κυβέρνηση αγνοώντας τη μεγάλη εικόνα προκρίνουν σαν λύση την πάταξη της φοροδιαφυγής, την οποία υπολογίζουν σε 10-15 δισ. ευρώ δια της ατόπου απαγωγής και του δόγματος «λεφτά υπάρχουν».

Δηλαδή, πόσο είναι τα δημόσια έσοδα επί τοις εκατό του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.; Τόσο… Της Ελλάδας είναι κατά τι χαμηλότερα, άρα αν τα φτάσουμε στο μέσο όρο θα λύσουμε το πρόβλημα.

Ποιο είναι όμως το υποκείμενο της φορολόγησης; Είναι τα 3,7 εκατ. συνταξιούχοι και 2,5 εκατ. εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα συν το 1,5 εκατ. άνεργοι του ιδιωτικού τομέα.  Ήτοι, φορολογούμε συνταξιούχους για να τους πληρώνουμε τις συντάξεις και ελπίζουμε πως θα έχουμε και περίσσευμα.  Κάτι δηλαδή σαν το σκύλο που κυνηγά την ουρά του…

Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει εκτεταμένη φοροδιαφυγή στην Ελλάδα, αλλά πως και η εξάλειψή της δεν λύνει το δομικό πρόβλημα.

Η λύση που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια είναι αυτή της μετάθεσης του προβλήματος στο μέλλον, αναλώνοντας τις καταθέσεις μέσω υπερφορολόγησης.
 
Ο αριθμός των Ελλήνων των οποίων εξαντλείται η φοροδοτική ικανότητα αυξάνεται μήνα με το μήνα. Ξεπερνούν ήδη τα 3 εκατ. Οι ανεξόφλητες οφειλές ξεπερνούν τα 70 δισ. και κάθε μήνα προστίθενται 1 με 1,5 δισ. ευρώ. 

Πηγή:www.capital.gr