Του Jean-Michel Paul, BloombergView

Τον Νοέμβριο, η πρώην επικεφαλής της Fed, Janet Yellen, χαρακτήρισε το τρέχον χαμηλό επίπεδο πληθωρισμού ως “μυστήριο”.

 Παρά τη μικρή βελτίωση των τιμών, η Ευρώπη έχει το ίδιο μυστήριο να λύσει: Η οικονομική εμπιστοσύνη στην ευρωζώνη βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας, σύμφωνα με έναν δείκτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα. Αλλά δεν υπάρχει καμία ένδειξη για τον πληθωρισμό εκείνο που θα περίμενε κανείς να συνοδεύει μια τέτοια οικονομική έξαρση. Τα πρακτικά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από τον Δεκέμβριο, που κυκλοφόρησαν την Πέμπτη, δείχνουν ότι κάποιοι στην ΕΚΤ, είναι εξίσου μπερδεμένοι με αυτό που αποκαλούν “αποσύνδεση” μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και των τιμών.

Με την Ποσοτική Χαλάρωση να έχει πολλαπλασιάσει την ποσότητα του χρήματος fiat που έχει εκδοθεί από τις κεντρικές τράπεζες σε λίγα μόνο χρόνια, είναι λογικό να αναρωτιέται κανείς: Γιατί δεν προκάλεσε πολύ υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού από αυτά που παρατηρούμε τώρα; Σε τεχνικό επίπεδο η απάντηση είναι ότι το χρήμα που δημιουργήθηκε κατέληξαν μετά από πλήρη κύκλο – στα βιβλία των κεντρικών τραπεζών.

Η πιο ουσιαστική απάντηση είναι ότι η Ποσοτική Χαλάρωση είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του πλούτου για τους πλουσιότερους, οι οποίοι καταναλώνουν σχετικά μικρό μέρος από το εισόδημά τους, ενώ η μεσαία τάξη και οι λιγότερο προνομιούχοι δεν κατάφεραν να αποκομίσουν οφέλη. Αφού δεν κέρδισαν από τo QE, η κατανάλωσή τους δεν έχει αυξηθεί, αφήνοντας τις τιμές σχεδόν ανεπηρέαστες.

Από αυτό μπορεί να προκύψουν πολλά προβλήματα, από την αύξηση της ανισότητας ως την πίεση που δέχεται η κοινωνική συνοχή. Αλλά, εκείνη στην οποία δεν έχει δοθεί καμία προσοχή ως τώρα είναι η προοπτική ότι κατευθυνόμαστε προς μια φούσκα παγίων που ολοένα μεγαλώνει η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ένα θορυβώδες κραχ, όπως υποστήριξε ο Jeremy Grantham, συνιδρυτής της επενδυτικής GMO, σε σημείωμά του την προηγούμενη εβδομάδα. Προβλέπει μια “κατάρρευση” – όπου οι επενδυτές προχωρούν σε συσσώρευση στοιχείων ενεργητικού καθώς αυξάνονται οι τιμές – την οποία θα διαδεχτεί μια σημαντική πτώση “περίπου 50% “.

Πώς συνδέεται αυτό με το QE; Πρωταρχικός στόχος της ποσοτικής χαλάρωσης ήταν, φυσικά, ακριβώς η αποτροπή της κατάρρευσης τόσο στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όσο και στα ασθενέστερα κράτη της ευρωζώνης, κάτι που έπραξε. Πρόθεση των σχεδιαστών του QE ήταν οι κεντρικές τράπεζες να τυπώσουν χρήμα έτσι ώστε ο χρηματοπιστωτικός τομέας να μπορεί να αποκτήσει χρηματοοικονομικά πάγια, κυρίως υπό τη μορφή κρατικού χρέους. Οι πωλητές επανεπένδυσαν το νεοκυκλοφορούν χρήμα σε ολοένα και πιο ακριβά χρηματοοικονομικά πάγια, συσσώρευσαν εναλλακτικές λύσεις “πραγματικών παγίων”, όπως είναι η ακίνητη περιουσία, ή απλώς έκαναν καταθέσεις στην κεντρική τράπεζα. Οι υψηλότερες καταθέσεις στην κεντρική τράπεζα πήραν τη θέση του υψηλότερου δανεισμού “του πραγματικού κόσμου”.

Στις ΗΠΑ, το κορυφαίο 10% των νοικοκυριών κατέχουν πάνω από το 70% του καθαρού πλούτου. Το ίδιο ισχύει, σε μικρότερο βαθμό, και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Οι πλουσιότεροι καταναλώνουν το μικρότερο μέρος του εισοδήματός τους, ειδικά όταν τα κέρδη είναι έκτακτα παρά τακτικά, όπως συμβαίνει σε μια ποσοτική χαλάρωση. Όσον αφορά τη μεσαία τάξη, το εισόδημά της έχει περιοριστεί εδώ και δεκαετίες από τις φθηνές ξένες εισαγωγές και από ένα κύμα αυτοματισμού, κανένα από τα οποία δεν επηρεάστηκε από ένα νομισματικό φαινόμενο όπως το QE. Ως αποτέλεσμα, μόνο ένα μικρό κλάσμα του νεοσυσταθέντος πλούτου κατέληξε στην κατανάλωση και στις περιπτώσεις που έγινε αυτό, αφορούσε πολυτελή αγαθά και ακίνητη περιουσία μέσω υψηλότερου μισθώματος. Το 2017 ο Coutts ανέφερε ότι ο δείκτης κόστους καλής ζωής, ένα μέτρο πληθωρισμού για την κατανάλωση αγαθών πολυτελείας, αυξήθηκε κατά 6,2%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης τιμών καταναλωτή στο Η.Β. ήταν μόλις 2,9%.

Εν τω μεταξύ, οι κεντρικοί τραπεζίτες εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον πληθωρισμό ως μέτρο για να προσδιορίσουν την έκταση της ποσοτικής χαλάρωσης στην οποία θα πρέπει να προχωρήσουν. Η ΕΚΤ έχει επανειλημμένα δικαιολογήσει την επέκταση του QE επειδή ο στόχος του πληθωρισμού καταναλωτή του 2% παραμένει ακατάρριπτος. Παρ’ όλ’ αυτά, τα πρακτικά του Δεκεμβρίου δείχνουν κάποια δυσφορία εδώ:

Έγιναν αρκετές παρατηρήσεις σχετικά με την προφανή αποσύνδεση μεταξύ των εξελίξεων στην πραγματική οικονομία και της δυναμικής των τιμών. Αυτή η αποσύνδεση φαίνεται να έχει επιμείνει ή ακόμα και ενταθεί τους τελευταίους μήνες, καθώς η ανάπτυξη ήταν επανειλημμένα ισχυρότερη από την αναμενόμενη στη ζώνη του ευρώ και η δυναμική του πληθωρισμού παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη ή αντέδρασε αρνητικά. Το φαινόμενο αυτό δεν περιοριζόταν στη ζώνη του ευρώ, καθώς ο χαμηλός πληθωρισμός παρατηρήθηκε σε πολλές προηγμένες οικονομίες παρά την ισχυρή παγκόσμια ανάπτυξη.

Ο Βρετανός δημοσιογράφος Ambrose Evans-Pritchard, σχολιάζοντας πρόσφατα την έκθεση του Grantham στην Daily Telegraph, έθεσε την πρόκληση τώρα με τους πιο εμφατικούς όρους, ως απειλή όχι μόνο για την ανάκαμψη αλλά και για τη δημοκρατία:

Οι ίδιες οι κεντρικές τράπεζες έχουν μπει σε μία συμφωνία τύπου Φάουστ από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, θεωρώντας εσφαλμένα ότι είναι ασφαλές να οδηγούν τα επιτόκια κάθε φορά πιο χαμηλά σε κάθε κύκλο έως ότου παγιδεύτηκαν σε αυτό που η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών αποκαλεί “παγίδα χρέους” της πολιτικής. Αυτό έχει διαρκέσει πολύ καιρό και έχει ωθήσει τους δείκτες χρέους τόσο ψηλά, που το σύστημα είναι πλέον εγγενώς εύθραυστο. Το κίνητρο να αφήνουμε τις φούσκες να διαγράφουν την πορεία τους γίνεται όλο και μεγαλύτερο.

Τι πρέπει να γίνει; Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα πρέπει να αναγνωρίσουν το λάθος να χρησιμοποιούν το QE για την ώθηση του πληθωρισμού και να σταματήσουν να ισχυρίζονται ότι περιορίζουν το QE  – που είναι απλά ένας κωδικοποιημένος τρόπος για να την επεκτείνουν με βραδύτερο ρυθμό στην πλαστή βάση ότι ο πληθωρισμός των καταναλωτών δεν είναι “αρκετά ισχυρός”. 

Το εύκολο χρήμα είναι χρήσιμο για την αντιμετώπιση μιας βραχύβιας κρίσης. Όμως, μακριά πολύ από την ιδέα της δημιουργίας πλούτου του Schumpeter, όπου οι επιχειρηματίες επιβραβεύονται και οφέλη καρπώνεται ολόκληρη η κοινωνία προωθώντας την κοινωνική κινητικότητα, το σημερινό σύστημα ισχυροποιεί το status quo και τονίζει τις υφιστάμενες στρεβλώσεις και ανισότητες. Εταιρείες ζόμπι εμποδίζουν τους πόρους από το να μεταπηδήσουν σε πιο παραγωγικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα.

Φυσικά, η διακοπή χορήγησης ενός φαρμάκου όπως η ποσοτική χαλάρωση μπορεί να επιφέρει πολύ δυσάρεστα συμπτώματα στέρησης. Οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων μπορεί να διορθωθούν απότομα, με τους απογοητευμένους επενδυτές και τα συμφέροντα να φωνάζουν για κυβερνητική βοήθεια. Αυτές οι φωνές θα πρέπει να αγνοηθούν. Για να μετριάσουν τον πόνο της μετάβασης και των επικείμενων απαραίτητων διορθώσεων, οι κυβερνήσεις πρέπει να αυξήσουν τις επενδύσεις στην πραγματική οικονομία. Τουλάχιστον, οι επόμενες αγορές QE πρέπει να απομακρύνονται από το δημόσιο χρέος και να δρομολογούνται προς την χρηματοδότηση έργων υποδομής – για παράδειγμα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, όπως υποστηρίζει ο επικεφαλής επενδύσεων της Blackrock, Rick Rieder.

Ωστόσο, για να συμβεί αυτό, η κυβέρνηση θα πρέπει να δει πιο σοβαρά τη δημιουργία των σχεδίων που θα προσέλκυαν χρηματοδότηση και θα δημιουργούσαν διαφανή οχήματα για το σκοπό αυτό. Προς το παρόν, οι κεντρικές τράπεζες φαίνονται να συνεχίζουν να επικεντρώνονται στον εσφαλμένο δείκτη πληθωρισμού, και ενδεχομένως έτσι μας οδηγήσουν κατευθείαν στο μάτι μιας ισχυρής καταιγίδας.

Capital.gr