Του Νίκου Σταματάκη*

Η πιο κρίσιμη εβδομάδα για τα ελληνικά εθνικά θέματα από το 1974 ήταν χωρίς αμφιβολία αυτή που περάσαμε.

 Ξεκίνησε με διπλές τουρκικές παραβιάσεις της κυριαρχίας της Κύπρου (παρεμπόδιση ιταλικού θαλάσσιου γεωτρύπανου) και της Ελλάδας (εμβολισμός σκάφους της ελληνικής ακτοφυλακής στα Ιμια). Εκλεισε με μια έντονη και  ιδιόρρυθμη, χωρίς μεταφραστή, τρίωρη συνάντηση του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών κ.Τίλερσον με τον σουλτάνο Ερντογάν στην Αγκυρα, τα αποτελέσματα της οποίας δεν έχουν ξεκαθαρίσει ακόμη – αν και μπορούμε να πούμε ότι δεν προέκυψε κάποια ορατή επαναπροσέγγιση ΗΠΑ και Τουρκίας.

Τι προκάλεσε τις εξάρσεις των τουρκικών διεκδικήσεων στην Κύπρο και στην Ελλάδα;  Η μισή απάντηση βρίσκεται ασφαλώς στην ήττα που υφίσταται η Τουρκία στην Συρία, όπου η εισβολή στην κουρδική επαρχία του Αφρίν έχει αποτύχει.  Τι συνέβη εκεί; 1) Παρά τις τουρκικές εκκλήσεις, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να ενισχύουν οικονομικά και στρατιωτικά τις κουρδικές δυνάμεις του YPG. 2) Η Ρωσία άλλαξε την αρχική της στάση και πριν δύο εβδομάδες απαγόρευσε τις πτήσεις τουρκικών αεροσκαφών στον συριακό εναέριο χώρο.  Χωρίς αεροπορική κάλυψη η τουρκική εισβολή είναι καταδικασμένη και ήδη οι νεκροί μετρούνται σε δεκάδες καθημερινά. 3) Οι δυνάμεις του προέδρου Ασαντ πριν λίγες μέρες έσπευσαν σε υποστήριξη των κούρδων του Αφρίν.

Αντιμέτωπος με την εθνική ήττα, που σύντομα θα φτάσει στα πρωτοσέλιδα του τουρκικού και διεθνούς τύπου, ο σουλτάνος Ερντογάν αναζητεί επειγόντως μια «νίκη» επί οποιουδήποτε αντιπάλου, και φυσικά στράφηκε στα δυτικά και νότια απέναντι στον Ελληνισμό, που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, οικονομική και ηθική.  Ταυτόχρονα, προαιώνια αρπακτικά τουρκικά ένστικτα ξύπνησαν από τις ανακαλύψεις κολοσσιαίων κοιτασμάτων στην ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ: τα νούμερα είναι εκπληκτικά, οι ποσότητες των πιθανών υδρογονανθράκων αποτιμώνται σε αρκετά τρις (!!) δολάρια και οι αποτιμήσεις συνεχώς αυξάνονται.

Και ενώ αυτά είναι τα κίνητρα του Ερντογάν, η στάση της Ε.Ε. και κυρίως των ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι αμφίρροπη και θολή.  Η γραφειοκρατία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και της Ε.Ε., παρά την επιβεβαίωση των δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της, στέλνουν μεν υποστηρικτικά και γενικόλογα μηνύματα, αλλά δεν έχουν αποφασίσει δράση εκτός από συμβολικές κινήσεις όπως η αποστολή ιταλικής φρεγάτας με οδηγίες όμως να επιτηρεί απλά χωρίς να εμπλακεί. 

Γνώμη μας είναι ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εξακολουθήσει για καιρό επειδή πλέον η αξιοπιστία του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της Ε.Ε. είναι σε αμφισβήτηση και επομένως εάν δεν βάλουν φρένο στον Ερντογάν διακυβεύουν το ρόλο τους στην παγκόσμια σκηνή.  Όταν ένας σαφώς μικρότερος παίκτης όπως η Τουρκία αδιαφορεί για τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων και ενεργεί αυτόβουλα, τότε η «ανισορροπία ισχύος» είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε σύγκρουση – εάν δεν υπάρξει υποχώρηση ή συμβιβασμός.  Τα προεόρτια αυτής της πιθανής σύγκρουσης βλέπουμε σήμερα, επειδή με τα μέχρι στιγμής δεδομένα ούτε υποχώρηση ούτε συμβιβασμός διαφαίνεται. 

Την υπόθεση αυτή υποστηρίζει το προηγούμενο της αποστολής στα ανοιχτά της Κύπρου πέρυσι αμερικανικών και γαλλικών πολεμικών σκαφών για την προστασία των γεωτρήσεων εταιρειών των χωρών του.  Το υποστηρίζει επίσης και η στάση της Αιγύπτου που δεν επιθυμεί ανάμιξη της Τουρκίας στην περιοχή, αλλά και του Ισραήλ για το οποίο Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν τον μόνο αξιόπιστο «ομφάλιο λώρο» που το συνδέει με τη Δύση.  Πλησιάζει γοργά η στιγμή που αυτά τα συγκλίνοντα συμφέροντα θα οδηγήσουν σε κρίσιμη αντιπαράθεση, στην οποία η Τουρκία θα βρεθεί μπροστά σε υπέρτερες δυνάμεις.

Η Τουρκία είδαμε πως σχεδιάζει τις κινήσεις και παζαρεύει σκληρά ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ και πώς με την (υποτιθέμενη) στρατιωτική της ισχύ προσπαθεί να επιβάλλει τα συμφέροντά της.  Αλλά τι συμβαίνει με την ελληνική στάση; Προφανώς υπάρχει μεγάλη σύγκλιση κινήσεων Ελλάδας και ΗΠΑ σε όλη την περιοχή και ειδικά στα Βαλκάνια.  Στα Βαλκάνια οι ΗΠΑ θέλουν να βάλουν φραγμό στην ρωσική αλλά και στην τουρκική επιρροή.  Για αυτό ξαφνικά η Αλβανία υπέγραψε συμφωνία με την Ελλάδα, το βασικότερο στοιχείο της οποίας είναι ο καθορισμός των θαλασσίων συνόρων και η ταυτόχρονη επέκταση των χωρικών υδάτων των δύο χωρών στα 12 μίλια.  Πριν λίγο καιρό ο κ.Ράμα θα ήταν άκρως «αδιαπραγμάτευτος» και θα  έκλεινε το μάτι στην Τουρκία… Το ίδιο σενάριο ισχύει και για τον κ.Ζάεφ στα Σκόπια, όπου, με την πίεση των ΗΠΑ επιδιώκεται συμβιβασμός σε ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό.  Μόνο που στο θέμα αυτό πλήττονται καίρια τα ελληνικά συμφέροντα.

Η Ελλάδα έχει σαφώς εναλλακτική λύση: θα πρέπει να ελιχθεί, θέτοντας ως προτεραιότητα το θέμα της αλλαγής ταυτότητας των σλαβόφωνων των Σκοπίων.  Θα χρειαστούν τουλάχιστον 5-8 χρόνια για να μπουν στο κανάλι τα κατάλληλα μέτρα που τώρα μόλις άρχισαν (αλλαγές ονομασιών, αλλαγές σχολικών βιβλίων και χαρτών, κατεδαφίσεις αγαλμάτων κλπ.).  Στην παρούσα φάση είναι αδύνατον ένας λαός που έχει πεισθεί ότι είναι «απόγονοι του Αλεξάνδρου» να δεχτεί όνομα που να ικανοποιεί τις ελληνικές θέσεις.  Σε 5-8 χρόνια και εφόσον εφαρμοστούν τα μέτρα εμπιστοσύνης τα πράγματα θα είναι ευκολότερα.  Στο μεταξύ μια σχέση στενής προσωρινής στρατιωτικής συνεργασίας των Σκοπίων με την Ελλάδα, την Βουλγαρία και την Αλβανία (και οι 3 χώρες είναι μέλη του ΝΑΤΟ) θα ικανοποιούσε τις αμερικανικές απαιτήσεις.

Η ελληνική στάση περιέχει και άλλους κινδύνους, κυρίως επειδή αδιαφορεί παντελώς για τα παραδοσιακά συμφέροντα της Ρωσίας στον ελληνικό χώρο.  Οι κινήσεις του Αμερικανού πρέσβη κ.Πάιατ προς συμφωνίες παραχώρησης του Νεωρίου Σύρου και του λιμανιού Αλεξανδρούπολης σε αμερικανικές εταιρείες είναι άκρως συμβολικές, επειδή και τα δύο αυτά ελληνικά σημεία αποτελούσαν από το 1974 και μετά «ρωσικές διευκολύνσεις».  Η Ελλάδα δεν μπορεί να κλείνει την πόρτα στο ρωσικό παράγοντα που πάντα αποτελούσε στήριγμα απέναντι στις τουρκικές απειλές.  Ειδικά επειδή δεν φαίνεται να έχει εξασφαλίσει αξιόλογα «αντισταθμίσματα» από τις ΗΠΑ.  Η μήπως έχει; Και ποιά είναι αυτά; Η απομείωση του χρέους; Η εξασφάλιση κατοχύρωσης και εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων της ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ;  Ενας συνδυασμός περισσοτέρων ενισχύσεων στρατιωτικών και οικονομικών; Τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο και εξασφαλισμένο, πέρα από αόριστες υποσχέσεις.

Οι μέχρι στιγμής αμφίρροπες δηλώσεις αμερικανών αξιωματούχων πρέπει να μας ανησυχούν.  Ειδικά επειδή οι ελληνικές ηγεσίες διαχρονικά, ηλιθίως πράττοντας, «δεν διεκδικούν τίποτα».  Τι θα πει κύριοι «δεν διεκδικούμε τίποτα;  Δεν ενδιαφερθήκαμε για το σφαγιασμό και την εκδίωξη των Ελλήνων της Πόλης το 1954-55, της Ιμβρου και Τενέδου αργότερα, το κλείσιμο της Σχολής της Χάλκης και τόσα άλλα;  Εως πότε θα υποχωρούμε και θα ανεχόμαστε;  Πότε θα απαιτήσουμε και θα διεκδικήσουμε;  Και πότε θα αποφασίσουμε να ενισχύσουμε τις καθόλα άξιες ένοπλες δυνάμεις αντί να δίνουμε αυξήσεις στους χαραμοφάηδες του Δημοσίου όπως αποφάσισε προχθές η κυβέρνηση Τσίπρα;

Θα ξυπνήσει άραγε τις ενεργές δυνάμεις του Ελληνισμού ο θανάσιμος κίνδυνος;