Του Γιώργου Καπόπουλου – Έντυπη έκδοση “Ημερησία”

 

Η Ρωσία του Πούτιν και η Τουρκία του Ερντογάν είχαν καλές σχέσεις, οι οποίες πέρασαν και τη δοκιμασία της Κρίσης στην Ουκρανία. Η Αγκυρα δεν συμμετείχε στις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Μόσχα και κυρίως επέλεξε να μην εμπλακεί στη διένεξη για την Κριμαία, παρα την εκεί παρουσία ισχυρής κοινότητας Τουρκόφωνων Μουσουλμάνων Τατάρων. Οι Ερντογάν -Νταβούτογλου δεν ενδιαφέρονταν για τον παντουρκισμό ή παντουρανισμό, την αναζήτηση επιρροής δηλαδή στις τουρκόφωνες περιοχές του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, αλλά για πρωτοκαθεδρία της Τουρκίας στον Σουνιτικό Αραβομουσουλμανικό Κόσμο.

Όλα τα παραπάνω άρχισαν να αποσταθεροποιούνται, όταν η Αγκυρα έθεσε ως προτεραιότητα την ανατροπή του Ασαντ, που για τη Μόσχα ήταν ο μοναδικός της σύμμαχος στη Μέση Ανατολή, με το λιμάνι της Λατάκιας τη μόνη βάση του Ρωσικού Στόλου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κατάσταση κλιμακώθηκε στις αρχές Οκτωβρίου, όταν η Ρωσία μια μέρα μετά την συνάντηση Πούτιν – Ομπάμα στη Νέα Υόρκη άρχισε αεροπορικές επιδρομές όχι μόνον κατά των Τζιχαντιστών, αλλά και κατά δυνάμεων που στηρίζονται ανοικτά από την Τουρκία, όπως οι Τουρκμένοι και ο Συριακός Απελευθερωτικός Στρατός και μάλιστα στη γεωγραφική περιοχή που η Αγκυρα έχει πολλές φορές δηλώσει ότι θέλει να την ανακηρύξει ο ΟΗΕ Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων και στη συνέχεια να τεθεί υπό τον έλεγχό της ως Ζώνη Ασφαλείας, με το πρόσχημα τον έλεγχο και την ανάσχεση των προσφυγικών ροών επί συριακού εδάφους.

Δίχως υπερβολή η παρουσία και η εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία ήταν ένα σκληρό μήνυμα στην Τουρκία ότι δεν υπάρχει περιθώριο όχι μόνον για δική της στρατιωτική επέμβαση, αλλά ούτε καν στήριξης των τυπικών της συμμάχων και κατά συνέπεια το περιθώριο παρέμβασής της στην αναζήτηση πολκιτικής λύσης θα ήταν από συρρικνωμένο ή μηδενικό.

Με αυτά τα δεδομένα, οι Ερντογάν-Νταβούτογλου διάλεξαν τη φυγή προς τα εμπρός, που κατέληξε στην κατάρριψη του ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους. Αν δεν με συνυπολογίσετε εμένα και τα ζωτικά μου συμφέροντα για την επόμενη μέρα, θα καθυστερήσω και θα πολλαπλασιάσω την αναζήτηση λύσης, ήταν το μήνυμα της Άγκυρας προς τη Ρωσία, αλλά και τις ΗΠΑ και τη Γαλλία.

Τα παραπάνω θα μπορούσαν να εισακουσθούν και να επηρεάσουν την Ουάσιγκτον και το Παρίσι, που ήθελαν πρώτα μια ξεκάθαρη συμφωνία για μια επόμενη μέρα χωρίς τον Ασαντ στη Συρία και μετά τη γενική επίθεση για εξάλειψη του Χαλιφάτου, του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ. Άλλωστε, οι «μετριοπαθείς» οργανώσεις που ενισχύει η Τουρκία και βομβαρδίζει η Ρωσία είχαν μέχρι πρόσφατα στήριξη και από τη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Πολύ απλά, το λάθος του Ερντογαν ήταν ότι δεν κατανόησε τη μεγάλη ανατροπή που συνιστούν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, στις 13 Νοεμβρίου.

Από την επόμενη μέρα υπάρχει μηδενική ανοχή και από την κοινή γνώμη στη Γαλλία και τη Δύση, αλλά και από τον Ολάντ σε οποιαδήποτε καθυστέρηση, περιπλοκή και βραχυκύκλωμα που θα μπορούσε να εμποδίσει μια στις επόμενες βδομάδες γενική επίθεση υπό την ηγεσία Ρωσίας, ΗΠΑ και Γαλλίας κατά των Τζιχαντιστών, με πρόσχημα τη διασφάλιση των ισορροπιών της επόμενης μέρας στη Δαμασκό.

Το σημείο αυτό τονίζουν και υπογραμμίζουν ακόμη και όσοι ηγέτες της Δύσης κάλυψαν την Τουρκία λέγοντας ότι κάθε χώρα δικαιούται να υπερασπίζει τον εναέριό της χώρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Μέρκελ, αφού μίλησε για προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας στα σύνορα, στη συνέχεια είπε ότι η κατάρριψη του αεροσκάφους δυσχεραίνει την αναζήτηση πολιτικής λύσης στη Συρία.

Ούτε ατύχημα, ούτε μεμονωμένος ατυχής τακτικός χειρισμός, η σύγκρουση Ρωσίας – Τουρκίας μπορεί μεν να μην οδηγεί σε ένοπλη αντιπαράθεση, αλλά θα έχει διάρκεια. Αν η Τουρκία σταματήσει να παρεμβαίνει στη Συρία και στο Ιράκ, δεν θα μπορεί να ελέγξει το Κουρδικό εκτός συνόρων, στα δύο de facto ανεξάρτητα κουρδικά κράτη στο Βόρειο Ιράκ και τη Βορειοανατολική Συρία. Δεν πρόκειται για μια συγκυριακή σύγκρουση συμφερόντων, γιατί είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η Ρωσία ήλθε για να μείνει στην περιοχή.

Ρωσία και Τουρκία μετά το 1918 δεν έχουν συμπέσει άλλη φορά στη Μέση Ανατολή. Η Μόσχα είχε βαρύνουσα παρουσία συμβούλων αλλά και στρατιωτικών δυνάμεων στην Αίγυπτο του Νάσερ μετά την αγγλογαλλική εισβολή στο Σουέζ το 1956, ενώ η Τουρκία που την διοικούσε διαχρονικά το Κεμαλικό Κατεστημένο φοβόταν τις εσωτερικές παρενέργειες μίας ενδεχόμενης εμπλοκής της Αγκύρας σε συγκρούσεις στο εσωτερικό Αραβικών Μουσουλμανικών Χωρών. Ιστορικά στην καλύτερη της στιγμή στην αντιπαράθεση με την Ρωσία η Τουρκία είχε στο πλευρό της τη Βρετανία και τη Γαλλία στον Κριμαϊκό Πόλεμο στην περίοδο 1853-56, ένα τέταρτο αιώνα μετά τη βύθιση του Στόλου της στο Ναβαρίνο από τους στόλους Γαλλίας, Ρωσίας και Βρετανίας το 1827.

Δυστυχώς για τους Ερντογάν – Νταβούτογλου το σημερινό σκηνικό παραπέμπει μάλλον στο Ναβαρίνο παρά στην Κριμαία… Ετσι εξηγείται και η νευρικότητα με την οποία ο Ερντογάν επιχείρησε την περασμένη Τετάρτη να περιορίσει τις ζημιές.

Στενοί οικονομικοί δεσμοί

  • 4,4εκατ. Ρώσοι επισκέφθηκαν πέρυσι την Τουρκία, κυρίως ως τουρίστες, δηλαδή οι περισσό­τεροι μετά τους Γερμανούς
  • 55% των αναγκών της Τουρκίας σε φυσικό αέριο (από το οποίο παράγεται το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα) καλύπτεται από τη ρωσική Gazprom
  • 20 δισ. δολ. είναι το κόστος του πρώτων τεσσάρων πυρηνικών αντιδραστήρων της Τουρκίας, που έχουν ανατεθεί στη ρωσική Rosatom
  • 20% των αναγκών της Ρωσίας σε λαχανικά καλύπτεται με εισαγωγές από την Τουρκία, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το σύνολο των τροφίμων είναι 4%

Οι σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας
Προαιώνια έχθρα

16ος-18ος αιώνας
Η διαμάχη ανάμεσα στη ρωσική και την οθωμανική αυτοκρατορία κλιμακώνεται, καθώς αμφότερες διεκδικούν εδάφη και επιρροή στον χώρο της κεντρικής Ασίας, του Καυκάσου, της Μαύρης Θάλασσας και των Βαλκανίων, αξιοποιώντας και τον θρησκευτικό ανταγωνισμό ανάμεσα σε Ορθοδοξία και Ισλάμ. Σε αυτό το διάστημα, οι δύο πλευρές οδηγούνται αρκετές φορές σε πολεμική σύρραξη. Ορόσημο εδώ θεωρείται η Συνθήκη της Νις, το 1739, που ακολούθησε τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο που ξέσπασε το 1735 ως αποτέλεσμα της προσπάθειας των Ρώσων να κυριαρχήσουν στην Κριμαία, τη Μαύρη Θάλασσα και τη Θάλασσα του Αζόφ. Τελικά, καταφέρνουν τον στόχο τους ως το τέλος του 18ου αιώνα.

19ος αιώνας
Στις αρχές του αιώνα και ταυτόχρονα με το ξέσπασμα των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην Ελλάδα, τη Σερβία και άλλες βαλκανικές περιοχές, Ρωσία και Τουρκία εμπλέκονται σε πόλεμο δύο φορές (1806-’12 και 1828-’29), με την πρώτη να είναι κερδισμένη και να επεκτείνει την επιρροή της πάνω σε τμήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βρίσκεται ήδη σε βαθιά κρίση. Με τη βοήθεια Γάλλων και Βρετανών, που ανησυχούν για την επέκταση προς Νότο της Ρωσίας, οι Οθωμανοί παίρνουν ρεβάνς και ανακτούν σημαντικά εδάφη στον Πόλεμο της Κριμαίας (1853-’56). Οι Ρώσοι επιστρέφουν στη Μαύρη Θάλασσα στον πόλεμο του 1877-’78, ενώ αποκτούν κυρίαρχη θέση και στα Βαλκάνια και τον Καύκασο.

Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η τσαρική Ρωσία διαμηνύει προς τις δυτικές δυνάμεις ότι θέλει πλήρη κυριαρχία στον Βόσπορο και τα Δαρδανέλλια, τη Θάλασσα του Μαρμαρά και άλλες περιοχές της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο σουλτάνος προσπαθεί να κάνει αντιπερισπασμό στον Καύκασο και άλλα σημεία, σημειώνοντας πρόσκαιρες επιτυχίες, με σημαντικότερη τη νίκη στη Μάχη της Καλλίπολης -ενώ επιδίδεται και σε σφαγές λαών της περιοχής, όπως των Αρμενίων. Ωστόσο, το τέλος του Πολέμου βρίσκει και τις δύο αυτοκρατορίες να έχουν διαλυθεί -η μία με την Επανάσταση των Μπολσεβίκων του 1917 και η άλλη με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1918. Πάντως, ο Λένιν στήριξε το κίνημα των Νεότουρκων του Κεμάλ Ατατούρκ, ενώ η νεαρή ΕΣΣΔ ήταν η δεύτερη χώρα που αναγνώρισε την Τουρκική Δημοκρατία.

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η Τουρκία επιχείρησε να μείνει τυπικά ουδέτερη, διεκδικώντας ταυτόχρονα τα μέγιστα δυνατά οφέλη και από τα δύο στρατόπεδα. Οι Σοβιετικοί του Στάλιν κατήγγειλαν το σύμφωνο μη επίθεσης τον Μάρτιο του 1945 και στη Διάσκεψη του Πότσδαμ, τον Ιούλιο, διεκδίκησαν το δικαίωμα να είναι εγγυήτρια δύναμη στα Στενά των Δαρδανελλίων -κάτι που απορρίφθηκε με την παρέμβαση της Δύσης.

Ψυχρός Πόλεμος
Με το Δόγμα Τρούμαν, η Τουρκία αποτέλεσε ένα από τα προκεχωρημένα -και ίσως το πιο σημαντικό- φυλάκια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου με την ΕΣΣΔ και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Βρέθηκαν, άλλωστε, σε αντίπαλα στρατόπεδα και στον Πόλεμο της Κορέας (1950-’53). Με το τέλος του, οι διμερείς οικονομικές σχέσεις αναπτύχθηκαν σημαντικά, σε πολιτικό επίπεδο όμως παρέμεινε η καχυποψία.