Γιατί αυτό που θα φέρουν δε θα συνιστά “έντιμο συμβιβασμό” αλλά κατοχική συνθήκη υπογεγραμμένη από νεοδωσίλογους;

Σε αυτή τη διαδικασία της υποτιθέμενης επαναδιαπραγμάτευσης, και τα δύο μέρη προσήλθαν έχοντας συγκεκριμένη στρατηγική. Η στρατηγική των εκβιαστών, ήταν να εδραιώσουν την κατοχή τους στη χώρα. Η στρατηγική της Ελληνικής κυβέρνησης, ήταν να μην αμφισβητήσει εμπράκτως τη στρατηγική των εκβιαστών, αλλά να υποταχτεί σ αυτή και να την προσκυνήσει ψυχή τε και σώματι. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…
 

Γράφει ο Κ. Κυριακόπουλος 

Τέσσερις μήνες τώρα η πολιτική ζωή ταλανίζεται σ ένα ιδιότυπο πολιτικό πινγκ – πονγκ που ξεκινά από τη λέξη «θεσμοί» και καταλήγει στη λέξη «επαναδιαπραγμάτευση».

Και όταν κατακαθήσει η σκόνη από αυτό τον ανελέητο επικοινωνιακό βομβαρδισμό, το μπαστάρδι που θα προκύψει θα το εμφανίσουν ως «συμφωνία» – δύσκολη αλλά αναγκαία – που θα έρθει να προστεθεί δίπλα σε όσες προηγήθηκαν, με στόχο τη «σωτηρία» της χώρας.

Αυτή τη διαδρομή που κάποιοι επιμένουν να τη χαρακτηρίζουν «επαναδιαπραγμάτευση», ήταν μια διαδικασία κατάρρευσης προσδοκιών, απόλυτου εκφυλισμού εννοιών, και απόλυτου θρίαμβου των κατοχικών κεκτημένων.

Σε αυτή τη διαδικασία, και τα δύο μέρη προσήλθαν έχοντας συγκεκριμένη στρατηγική.
Η στρατηγική των εκβιαστών, ήταν να εδραιώσουν την κατοχή τους στη χώρα, με ένα ατελεύτητο πλιάτσικο στον πραγματικό της πλούτο και με κυρίαρχα εργαλεία τη γενικευμένη κατάλυση κάθε έννοιας καθωσπρεπισμού στα διέποντα τις διακρατικές σχέσεις, το κουρέλιασμα του εθνικού θεσμικού πλαισίου και την αντικατάστασή του από ένα υπαγορευμένο κατοχικό θεσμικό πλαίσιο, που καταργεί κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας. μετατρέποντας τη χώρα σε ταπεινωμένο προτεκτοράτο με άβουλες ελληνόφωνες διοικήσεις υποταγμένες απόλυτα στις εντολές και κατευθύνσεις τους.

Η στρατηγική της Ελληνικής κυβέρνησης, ήταν να μην αμφισβητήσει εμπράκτως τη στρατηγική των εκβιαστών, αλλά να υποταχτεί σ αυτή και να την προσκυνήσει ψυχή τε και σώματι. Προσάρμοσε έτσι την τακτική και τους χειρισμούς της, στον απόλυτο σεβασμό των δικών τους επιλογών και προτεραιοτήτων, πολλαπλασίασε έτσι τα πολιτικά της αδιέξοδα, αυτοεγκλωβίστηκε σε αυτά, και ροκανίζει το χρόνο αναζητώντας τρόπους προκειμένου να εμφανίσει τον ταπεινωτικό της συμβιβασμό, ως μοναδική δυνατή και ως «περήφανη» εξέλιξη που οδηγεί στη σωτηρία του τόπου.

Όμως… Καμία διέξοδος στη λεωφόρο της σωτηρίας δε μπορεί να υπάρξει, για μια χώρα που οι ηγέτες της προσυπογράφουν και αποδέχονται τη διαιώνιση της ομηρίας της.

Καμία διέξοδος προς τη σωτηρία δε μπορεί να δρομολογηθεί και για καμία χώρα, αν δε διαρραγούν τα δεσμά που την κατέστησαν υποτελή, και αν η διάρρηξη αυτών των δεσμών, δε θεσμοθετήσει και δεν κατοχυρώσει μέσα σε μια νύκτα, το δικαίωμά της να χαράξει την επόμενη μέρα της, κυρίαρχα, αυτόνομα και χωρίς την έγκριση του κατοχικού επόπτη.

Για ποια έντιμη συμφωνία λοιπόν μπορεί να μιλά αυτή η κυβέρνηση, όταν οι συνομιλητές της είναι μια αδίστακτη συμμορία εκβιαστών που έχει βάλει τη χώρα στο χέρι, κι εμείς αυτό το δικαίωμά τους το αποδεχόμαστε και δε το ανατρέπουμε άμεσα;

Για ποια έντιμη συμφωνία μπορούμε να μιλάμε, όταν το πρώτο πράγμα το οποίο κατοχυρώνεται μέσα από αυτήν, δεν είναι η εθνική αξιοπρέπεια της χώρας, αλλά τα δεσμά της εξάρτησης και της καθολικής υποταγής, με πρώτο απ όλα τη θηλιά του κατοχικού χρέους περασμένη στο λαιμό της Ελληνικής κοινωνίας;

Έντιμη συμφωνία δε μπορεί να υπάρξει με προαπαιτούμενο τη διαιώνιση της κατοχής, τη διεύρυνση της εθνικής ομηρείας, και το απαραβίαστο των δεσμών της εξάρτησης, και σταματήστε πια να κοροϊδεύετε την κοινωνία.

Έντιμη συμφωνία και πάντως έντιμη έξοδος της κυβέρνησης της χώρας από αυτή τη φαρσοκωμωδία της επαναδιαπραγμάτευσης, μπορεί να σημαίνει περιοριστικά και μόνο τρία πράγματα, χωρίς την ελάχιστη έκπτωση από αυτά:

Πρώτον: Οριστική ρήξη με τα δεσμά της εξάρτησης που αλυσοδένουν τη χώρα, με πρώτο την καθολική αμφισβήτηση του εμφανιζόμενου ως «δημόσιου χρέους». Η υπάρξή του, ανατροφοδοτεί έναν δαίδαλο υποχρεώσεων… Η ύπαρξή τους νομιμοποιεί έναν λαβύρινθο δεσμεύσεων… Η συνύπαρξή τους διευρύνει τη γενικευμένη παράλυση και την άβυσσο των αδιεξόδων. Για ένα χρέος που δεν είναι νόμιμο, που υπήρξε προϊόν βρώμικης συναλλαγής των διαφθορέων με διεφθαρμένους πολιτικούς, που γιγαντώθηκε τερατωδώς επειδή ακριβώς χρησιμοποιήθηκε για το ξελάσπωμα του τραπεζικού τέρατος, και ως τέτοιο δε νομιμοποιείται με καταβολή καμίας δόσης από μια κυβέρνηση που θέλει να λέγεται κυβέρνηση της Αριστεράς.

Δεύτερον: Οριστική ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας. και στο επίπεδο της άσκησης πολυεπίπεδης εξωτερικής πολιτικής, αλλά και στο επίπεδο της ανάκτησης του αποκλειστικού δικαιώματος της χώρας να επανεκκινήσει πραγματικά την εθνική οικονομία της. Και πραγματική επανεκκίνηση της εθνικής οικονομίας σημαίνει: Άρση των περιοριστικών προβλέψεων που μετατρέπουν τη χώρα σε Φιλιππινέζα της Ευρώπης. Επανεκκίνηση συνολικά της αγροτικής παραγωγής και της κτηνοτροφίας. Επανεκκίνηση συνολικά της βιομηχανικής παραγωγής, με απαιτήσεις για δυναμική επανείσοδο των Ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.

Τρίτον: Διευθέτηση του τρόπου αποζημίωσης προκειμένου να ανακτηθεί άμεσα ο απόλυτος εθνικός έλεγχος σε επιχειρήσεις εθνικής σημασίας, πράγμα που αποτελεί ύψιστη εθνική προτεραιότητα, και εξ αιτίας της γεωπολιτικής θέσης της χώρας

Αν όλα τα παραπάνω – τα εν πολλοίς αυτονόητα – συνιστούν ρήξη, τότε ΝΑΙ… Θέλουμε ρήξη.

Το βέβαιο πάντως είναι πως μια συμφωνία – η όποια συμφωνία – που θα περιλαμβάνει οτιδήποτε λιγότερο από αυτά τα τρία πράγματα, δε θα αποτελεί έναν «έντιμο συμβιβασμό» αλλά μια ακόμη κατάπτυστη κατοχική συνθήκη, υπογεγραμμένη από νεοδωσίλογους και νεοτσολάκογλου, που έχουν το θράσος να αυτοπλασάρονται ως δήθεν «Αριστερά», για να ολοκληρώσουν το έργο της εθνικής προδοσίας.

Πηγή “Ελληνικό Φόρουμ”