Λίγες ημέρες πριν οι γερμανοί προσέλθουν στις κάλπες.

Tου Josef Janning, European Council on Foreign Relations 

Εάν η Ίριδα -η ελληνικά θεά της σύγκρουσης- συμβολίζει το εκλογικό κλίμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις ΗΠΑ και στη Γαλλία αυτές τις ημέρες, η Αρμονία -η ανταγωνίστριά της στην ελληνική μυθολογία- πρέπει να παρακολουθεί το Βερολίνο. Λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές στις 24 Σεπτεμβρίου, “η καυτή περίοδος” της εκστρατείας θα πρέπει να είναι σε πλήρη εξέλιξη. Ωστόσο η θερμοκρασία της γερμανικής πολιτικής δεν θυμίζει τόσο τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται στην κουζίνα, όσο τις χαμηλές ενός ψυγείου.

Βεβαίως, υπήρξαν σοβαρές αμφισβητήσεις στο παρελθόν -δείτε την Ostpolitik του Willi Brandt το 1972 ή την αντίθεση του Gerhard Schroeder στην εκστρατεία για τον πόλεμο του Ιράκ το 2002. Αλλά αυτά φαίνονται μακρινά υπό τις παρούσες συνθήκες.

Είναι σαφές ότι οι εκλογές δεν αφορούν την εξωτερική πολιτική. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και την προεκλογική τους εκστρατεία, η οποία κυριαρχήθηκε από τον Donald Trump εναντίον των εμπορικών καθεστώτων και της μετανάστευσης, οι Γερμανοί γενικά θεωρούνται μεταξύ των νικητών της παγκοσμιοποίησης. Ενώ πολλές βιομηχανικές θέσεις εργασίας έχουν χαθεί, η συνολική απασχόληση είναι σε υψηλό επίπεδο, ο κλάδος των εξαγωγών είναι ισχυρός και η παράνομη μετανάστευση φαίνεται να είναι υπό έλεγχο. Η τρομοκρατία είναι ένα ζήτημα, αλλά φαίνεται σαν ένα θέμα εσωτερικής επιβολής του νόμου παρά σαν μια πρόκληση εξωτερικής πολιτικής.

Στις γαλλικές προεδρικές εκλογές το 40% των ψηφοφόρων επέλεξε το μήνυμα της Marine Le Pen μιας πολιορκούμενης χώρας, που κυριαρχείται από εχθρικές δυνάμεις στις Βρυξέλλες ή στο Βερολίνο και από τους μετανάστες από το νότο. Στη Γερμανία το Εθνικό Alternative fur Deutshland (AfD), προωθεί ένα παρόμοιο μήνυμα, αλλά δεν έχει καμία πιθανότητα να κερδίσει τόσες ψήφους -αν και πιθανώς θα ξεπεράσει το όριο του 5% για την είσοδο στη γερμανική Bundestag. Παρά τις ατελείωτες δημόσιες συζητήσεις για κοινωνική δικαιοσύνη, το γερμανικό εκλογικό σώμα φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά σίγουρο και ανθεκτικό στην αναταραχή που προκαλούν τα άκρα, είτε είναι αριστερά είτε δεξιά. Η Ευρώπη δεν διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, διότι οι ψηφοφόροι δεν αντιλαμβάνονται την ΕΕ ότι απειλεί, περιορίζει ή κυριαρχεί στη Γερμανία.

Δεν είναι ότι η γερμανική πολιτική δεν αναγνωρίζει τις προκλήσεις εξωτερικής πολιτικής που αντιμετωπίζει η χώρα. Η ΕΕ χρειάζεται να ενισχυθεί ενάντια στη διάβρωση προκειμένου να προστατεύσει το πιο ευαίσθητο και ευνοϊκό πολιτικό περιβάλλον που έχει βιώσει ποτέ η ενωμένη Γερμανία. Αλλά η “περισσότερη Ευρώπη” είναι δύσκολο να μεταφραστεί σε συγκεκριμένους όρους όταν οι ψηφοφόροι θα προτιμούσαν να μην δουν τέτοιες εξουσίες να συγκεντρώνονται σε επίπεδο ΕΕ ή περισσότερα κεφάλαια των Γερμανών φορολογούμενων να δαπανώνται αλλού. Πολλοί θα χαιρόντουσαν αν δινόταν περισσότερη εξουσία στις Βρυξέλλες έναντι άλλων κρατών-μελών σε νότο και ανατολή, αλλά όχι στο Βερολίνο.

Αυτό το βαθύτερο χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης στην ήπειρο προκαλεί βαθιά ανησυχία στους Γερμανούς φορείς χάραξης πολιτικής. Η Γερμανία είναι σημαντικά εκτεθειμένη στα γεγονότα στα ανατολικά και είναι ο κεντρικός παράγοντας της ευρωπαϊκής θέσης για τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Ρωσίας. Ωστόσο η γερμανική οικονομική μόχλευση στη Ρωσία έχει αποδυναμωθεί εδώ και χρόνια -και όχι μόνο εξαιτίας των ρωσικών ενεργειών εξωτερικής πολιτικής.

Όλοι οι βασικοί φορείς στη γερμανική πολιτική γνωρίζουν ότι η μεταναστευτική κρίση είναι στην καλύτερη περίπτωση σε μια ήπια κατάσταση για την ώρα, και ότι είναι πιθανό να αποδειχθεί μη επιλύσιμη μεσοπρόθεσμα. Όπως και με τα άλλα θέματα εξωτερικής πολιτικής, τα mainstream κόμματα διαφέρουν μεν αλλά συμφωνούν στην ουσία της μεταναστευτικής πολιτικής. Όλοι γνωρίζουν ότι η διαχείριση των συνόρων θα απαιτήσει συνεργασία με δύσκολους εταίρους όπως ο Erdogan της Τουρκίας, το εύθραυστο πολιτικό κατεστημένο στη Λιβύη και τις αμφισβητούμενες ηγεσίες στο Σουδάν και στην Αιθιοπία.

Στις συζητήσεις στη διάρκεια της εκστρατείας, αυτά τα ζητήματα ανακύπτουν αλλά αντιμετωπίζονται με σύνεση από την Καγκελάριο και τον διεκδικητή της, τον πρόεδρο των Σοσιαλδημοκρατών Martin Schulz. Κανένας από τους δύο δεν επιθυμεί να τρομάξει τους πολίτες ή να τροφοδοτήσει τα άκρα. Επομένως ο Schulz κατηγορεί τη Merkel για το ότι δεν ασχολείται με την πολιτική δαπανών σε επίπεδο ΕΕ, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Gabriel φαίνεται να απολαμβάνει τον πόλεμο λέξεων με τους πολιτικές ηγέτες στην Τουρκία καθώς τον κάνει να φαίνεται αυστηρός με την Άγκυρα, ενώ η Merkel είναι πιο συγκρατημένη. Ο Christian Lindner, πρόεδρος του Φιλελεύθερου Κόμματος -που πιθανότατα θα επιστρέψει στη Βουλή και θα μπορούσε ακόμη και να σχηματίσει μια κυβέρνηση με το κόμμα της Merkel εάν μπορέσουν μαζί να έχουν την αυτοδυναμία -αποτέλεσε το επίκεντρο της συζήτησης για μισή εβδομάδα, προτείνοντας η Γερμανία να μην χάσει τον ύπνο της για την Κριμαία και να παγώσει τη σύγκρουση στην Ανατολική Ουκρανία. Ο Trump και η αμερικανική πολιτική δεν αποτελούν πραγματικό ζήτημα καθώς η Merkel έχει διαφοροποιηθεί νωρίς και με αρκετή σαφήνεια: ο αντίπαλός της δεν έχει τίποτα να κερδίσει από το να ανακινήσει τα αντιαμερικανικά αισθήματα στο γερμανικό λαό.

Ενώ η συναίνεση και η συνέχεια διαμορφώνουν τον πολιτικό λόγο σε αυτή την εκστρατεία, υπάρχει μια μυρωδιά αλλαγής στον αέρα, που απηχεί κάποιες από τις εκδηλώσεις της εκστρατείας, τις συνεντεύξεις και τις ομιλίες. Αυτή η αλλαγή θα προκληθεί από την επόμενη βιομηχανική επανάσταση και την επίδρασή της στις βιομηχανίες και στην απασχόληση, στην μεταμόρφωση σε μια πολυεθνική κοινωνία, σε έναν πιθανό εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας ή ευρύτερα, στην επιστροφή της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων και των υπαρξιακών κινδύνων.

Προφανώς, οι Γερμανοί ελπίζουν σε μερικά ακόμη χρόνια χωρίς να πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτή την αλλαγή. Γιατί δεν θα μπορούσε να διαρκέσει λίγο περισσότερο αυτή η γερμανική στιγμή; Αν τελειώσει τώρα η εποχή-Merkel, θα μοιάζει σαν να αφήνουμε την πόρτα ανοιχτή σε αυτό το δύσκολο μέλλον. Δεν υπάρχει κανένας στη γερμανική πολιτική που να επιθυμεί να παίξει αυτόν τον ρόλο -ούτε στο κόμμα της Merkel ούτε μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών, των Φιλελεύθερων ή των Πρασίνων, και ασφαλώς όχι στις τάξεις των Die Linke ή του AfD, τα οποία απλώς επιδιώκουν ψευδαισθήσεις ενός παρελθόντος που δεν θα επιστρέψει ποτέ.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ
Πηγή Capital