Τι σημειώνει η αμερικανική εταιρία αναλύσεων 

Η πρόσφατη απόφαση της Ιταλίας να μην ακολουθήσει τους κανονισμούς της ευρωζώνης έχει συγκεντρώσει την κριτική των άλλων μελών της τραπεζικής ένωσης. Και στη συνάντηση των υπουργών οικονομικών της ζώνης του ευρώ στις 10 Ιουλίου στις Βρυξέλλες, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Ολλανδίας ζήτησαν την αναθεώρηση των κανονισμών, προκειμένου να μην επαναληφθεί αυτό που συνέβη με την Ιταλία. Οι επικρίσεις αυτές έρχονται σε μια εποχή κατά την οποία το βασικό πολιτικό κόμμα της Ιταλίας υπόσχεται ανοιχτά στην προεκλογική του εκστρατεία να μεταρρυθμίσει ή ακόμα και να αγνοήσει, τους ευρωπαϊκούς κανόνες, αν αυτό είναι απαραίτητο για την τόνωση της ανάπτυξης.

Νωρίτερα στη δεκαετία που διανύουμε, στη διάρκεια της κρίσης στην ευρωζώνη, η διάσταση απόψεων μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας ήταν συχνή, όσο οι κυβερνήσεις των δυο χωρών είχαν συχνά αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων στη ζώνη του ευρώ. Το Βερολίνο αντέδρασε στην κρίση ζητώντας μεγαλύτερη δημοσιονομική πειθαρχία από τα κράτη της ευρωζώνης, προτείνοντας αυστηρότερους κανονισμούς σε επίπεδο ΕΕ. Αντίθετα, η Ρώμη συχνά ζητούσε ευελιξία στην επιβολή των κανόνων, φοβούμενη ότι η υπερβολική αυστηρότητα στην πραγματικότητα θα επιδεινώσει τις οικονομικές συνθήκες στην ευρωζώνη. Τις περισσότερες φορές, οι διαφωνίες αυτές είχαν ως αποτέλεσμα συμβιβαστικές λύσεις, όπου υιοθετήθηκαν αυστηρότεροι κανόνες, αλλά με αρκετά παραθυράκια προκειμένου να καταστήσουν την επιβολή τους κάπως ευέλικτη.

Τα γεγονότα στη συνεδρίαση του Eurogroupτης 10ης Ιουλίου δείχνουν ότι οι διαφωνίες μεταξύ των δύο χωρών δεν έχουν τελειώσει. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας επέκρινε την απόφαση της Ιταλίας να διασώσει μια σειρά από τράπεζες με κρατικά κεφάλαια, μια κίνηση που αντίκειται στους πρόσφατους κανονισμούς για αποκοπή της διασύνδεσης μεταξύ των προβληματικών τραπεζών και των χρημάτων των φορολογουμένων. Επιπλέον, ένα παραθυράκι στους κανονισμούς επέτρεψε στη Ρώμη να αποφύγει την τραπεζική εξυγίανση, η οποία θα ανάγκαζε τους ανώτερους ομολογιούχους και τους καταθέτες να υποστούν ζημιές. Η απόφαση της Ρώμης έβαλε τέλος σε μια δυνητικά επικίνδυνη κατάσταση στον τραπεζικό τομέα της Ιταλίας. Αλλά επίσης ήγειρε ερωτήματα σχετικά με το μέλλον του σχεδίου για τη δημιουργία τραπεζικής ένωσης στην ευρωζώνη, όπου ο κίνδυνος θα μοιράζεται μεταξύ των μεγαλύτερων τραπεζών. Ο πρόεδρος της Eurogroup, JeroenDijsselbloem, δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εργάζεται πάνω σε νέες προτάσεις για την τραπεζική ένωση, προκειμένου να αντιμετωπίσει τέτοια θέματα.

Την ίδια ημέρα, ο MatteoRenzi, ο ηγέτης του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας, δήλωσε ότι η ένωση πρέπει να είναι πιο ευέλικτη όσον αφορά στα δημοσιονομικά ελλείμματα των κρατών μελών. Ο κ. Renziπρότεινε να καταργηθεί η συνθήκη του 2011 για το δημοσιονομικό σύμφωνο της Ένωσης που εγκρίθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης στην ευρωζώνη, ωθώντας τις χώρες να μειώσουν σταδιακά τα ελλείμματά τους έτσι ώστε να έχουν μεγαλύτερο περιθώριο για περικοπή φόρων και για αύξηση των δημόσιων δαπανών, προκειμένου να τονωθεί η οικονομική ανάπτυξη. Το έλλειμμα της Ιταλίας βρίσκεται σήμερα κάτω από το όριο του 3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος που καθορίζεται από τους κανόνες της ΕΕ. Ωστόσο, οι Βρυξέλλες εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις στη Ρώμη για την μείωσή του λόγω των υψηλών επιπέδων χρέους. Καθώς η ιταλική οικονομία έχει έναν πολύ μικρό ρυθμό ανάπτυξης, η Ρώμη δεν έχει πολλές επιλογές, πέρα από το να συνεχίσει τη μείωση των δαπανών, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της ΕΕ.

Μέχρι τον Μάιο του 2018, η Ιταλία θα κάνει εκλογές και τα βασικά πολιτικά κόμματα της χώρας είναι πολύ επικριτικά προς τα μέτρα λιτότητας. Μερικοί μάλιστα, όπως η ακροδεξιά Λίγκα του Βορρά και το αντισυστημικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων, έχουν προτείνει την έξοδο της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Ο Renzi προσπαθεί να βρει ισορροπία επικρίνοντας από την μια την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ την ίδια στιγμή υπόσχεται ότι η Ιταλία θα παραμείνει μέλος της ευρωζώνης, στην οποία ωστόσο θα έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις.

Όταν αφορά στην άσκηση πιέσεων για μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη, η Ιταλία έχει πιθανούς συμμάχους στη νότια Ευρώπη. Τόσο η Γαλλία όσο και η Ισπανία έχουν προτείνει σχέδια αύξησης των δημόσιων δαπανών σε επίπεδο ΕΕ και αύξηση της κατανομής των κινδύνων. Ωστόσο, η Ισπανία διαθέτει σήμερα μια κυβέρνηση μειοψηφίας που επικεντρώνεται σε εσωτερικά θέματα, την ώρα που η νέα γαλλική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για τη μείωση του ελλείμματός της προτού ασκήσει πιέσεις για τις μεταρρυθμίσεις της ΕΕ. Καθώς η Ιταλία έχει έναν από τους χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ένωση, η δημόσια δυσαρέσκεια δημιουργεί εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη πολιτικών πλατφόρμων που επικρίνουν τη λιτότητα, απαιτώντας μεταρρύθμιση – ή έξοδο – από την ευρωζώνη. Οι προσεχείς εκλογές στην Ιταλία αποτελούν την επόμενη μεγάλη πρόκληση για τη συνέχεια της ζώνης του κοινού νομίσματος με τη σημερινή της μορφή.