Ύστερα από τη συμφωνία της Petropars με τις διεθνείς εταιρίες Total & China National Petreleum Corp.

Το μέλλον του ενεργειακού τομέα του Ιράν διαμορφώνεται, καθώς η χώρα υπογράφει την πρώτη μέσα σε δέκα χρόνια μεγάλη συμφωνία της με μια διεθνή πετρελαϊκή εταιρεία. Στις 3 Ιουνίου, οι ενεργειακές εταιρείες Total, η China National Petroleum Corp. (CNPC) και Petropars υπέγραψαν μια συμφωνία αξίας περίπου 4,9 δισ δολαρίων για την 11η φάση ανάπτυξης του κοιτάσματος φυσικού αερίου του οικοπέδου South Pars στον Περσικό Κόλπο. Η συμφωνία αυτή αποτελεί την μόνη από τις πολλές με ξένους επενδυτές που πιθανότατα θα ολοκληρώσει το Ιράν τους επόμενους μήνες. Ωστόσο, η επόμενη πρόκληση για τις ξένες ενεργειακές εταιρείες θα είναι να καθοδηγήσουν το περίπλοκο και πολιτικοποιημένο εσωτερικό περιβάλλον της χώρας. Μια πρόκληση για την οποία η Totalκαι η CNPC ελπίζουν ότι ο Ιρανός εταίρος τους, Petropars, θα τους βοηθήσει.

Η συμφωνία ικανοποιεί τις προεκλογικές υποσχέσεις του Ιρανού προέδρου Χασάν Ρουχάνι το 2013 για έναρξη επενδύσεων στους τομείς του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, αφότου υπήρξε χαλάρωση των κυρώσεων μετά την πυρηνική συμφωνία του Ιράν με τις δυνάμεις της Δύσης τον Ιανουάριο του 2016. Ωστόσο, η προσέλκυση επενδύσεων απαιτεί πλήρη αναδιαμόρφωση των συμβάσεων που προσφέρει το Ιράν σε ξένες εταιρείες. Μετά την Ιρανική Επανάσταση, η χώρα είχε μια εθνικιστική προσέγγιση στους ενεργειακούς της πόρους, περιορίζοντας τις διεθνείς επενδύσεις στους προαναφερόμενους τομείς. Πριν από τις συμβάσεις Ιρανικού πετρελαίου (theIranianPetroleumContract-IPC), το Ιράν είχε χρησιμοποιούσε συμβάσεις “επαναγοράς” με διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες, μια στρατηγική που περιόριζε το ενδιαφέρον των ξένων.

Σύμφωνα με τις συμβάσεις επαναγοράς, οι ξένοι επενδυτές έπαιρναν μια σταθερή τιμή, με βάση το αναμενόμενο αναπτυξιακό κόστος του πεδίου συν ένα πάγιο τέλος. Μετά την ανάπτυξη του έργου, το Ιράν αγόραζε πίσω το οικόπεδο και το λειτουργούσε μόνο του. Κάτι τέτοιο δεν ήταν ελκυστικό για τις πετρελαϊκές εταιρείες, καθώς τους έφερνε σε δύσκολη –οικονομικά- θέση, όταν το κόστος ανάπτυξης ήταν υψηλότερο από το αναμενόμενο. Επίσης, αν οι τιμές του πετρελαίου αυξάνονταν και μεγάλωνε η αξία του οικοπέδου πριν την ολοκλήρωσή του, το περιθώριο κέρδους της εταιρείας δεν κλιμακωνόταν αναλογικά. Ενώ οι δημοσιονομικοί όροι αυτών των συμφωνιών ήταν επωφελείς για το Ιράν, εντούτοις ήταν κακώς δομημένοι για τα γιγαντιαία πεδία πετρελαίου και φυσικού αερίου που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της χώρας, ενώ χρειάζονται βελτιωμένες τεχνικές για την εξόρυξη μεγαλύτερης ποσότητας αργού πετρελαίου, τεχνικές που απαιτούν τη δυτική τεχνολογία.

Το νέο μοντέλο συμβάσεων του Ιράν έχει σχεδιαστεί για να καλύψει αυτά τα θέματα. Η συμφωνία της Total, για παράδειγμα, θα διαρκέσει 20 χρόνια, με πιθανή παράταση πενταετίας, εάν καθίστανται αναγκαίες οι βελτιωμένες τεχνικές για την εξόρυξη μεγαλύτερης ποσότητας αργού πετρελαίου. Εντός τεσσάρων ετών αναμένεται να ξεκινήσει η παραγωγή, ενώ η απόσβεση του κόστους ανάπτυξης για την κοινοπραξία με επικεφαλής την Τοτάλ αναμένεται να γίνει μέσα σε δέκα χρόνια. Επιπλέον, η πληρωμή στην κοινοπραξία βασίζεται στα επίπεδα παραγωγής, στις τιμές του πετρελαίου και στο πόσο σύνθετο είναι το πεδίο ανάπτυξης. Εξακολουθεί να είναι ένα μοντέλο σύμβασης του τύπου «Πρώτο το Ιράν», ωστόσο είναι πολύ πιο πιθανό να προσελκύσει περαιτέρω επενδυτικές συμφωνίες με διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες, όπως αυτή που ελπίζει να υπογράψει το Ιράν για το οικόπεδο South Azadegan.

Για το Ιράν, το άνοιγμα του ενεργειακού του τομέα στις ξένες επενδύσεις χτυπά στη καρδιά της εσωτερικής διαμάχης για επιρροή. Η ιδιοκτησία των ενεργειακών πόρων του Ιράν από ξένους απαγορεύεται σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας. Οι μνήμες από το υποστηριζόμενο από τη Δύση πραξικόπημα του 1950 εναντίον του τότε ηγέτη MohammadMosaddeghγια την αποκατάσταση του Σάχη και τη διασφάλιση της δυτικής πρόσβασης στο ιρανικό πετρέλαιο παίζουν μεγάλο ρόλο στην αντιδυτική ιδεολογία της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Επιπλέον, εξαιτίας των περιορισμένων επενδύσεων στον ενεργειακό τομέα του Ιράν και, πιο πρόσφατα, των κυρώσεων, πολλές ελίτ με πολιτικές διασυνδέσεις έχουν δημιουργήσει εκεί οικονομικά συμφέροντα. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα όταν πρόεδρος ήταν ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο οποίος έδωσε στο τεράστιο δίκτυο επιχειρήσεων της Ισλαμικής Επαναστατικής φρουράς (IRGC) προνομιακή πρόσβαση στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Καθώς επιστρέφουν οι διεθνείς επενδυτές, οι ομάδες αυτές θα αντισταθούν προκειμένου να προστατεύσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα. Καθώς η δεύτερη θητεία του Rouhaniπλησιάζει στο τέλος της, και η Ισλαμική Επαναστατική φρουρά ανυπομονεί για τις εκλογές του 2021, η αντίδραση αυτή μόνο θα αυξηθεί.

Οι πολιτικές παρατάξεις και οι διεθνείς επιχειρήσεις είναι σίγουρες ότι οι κυρώσεις θα μείνουν μακριά. Ο Λευκός Οίκος συνεχίζει να αναθεωρεί τη συμφωνία πυρηνικής ενέργειας με το Ιράν, αλλά είναι απίθανο να επαναφέρει τις κυρώσεις που έχει καταργήσει η εν λόγω συμφωνία. Αντ ‘αυτού, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν νέες, πιο στοχευμένες κυρώσεις. Αυτό σημαίνει ότι, προς το παρόν, το Ιράν μπορεί ακόμη να πιέζει για επενδύσεις και, όπως αποδεικνύει η συμφωνία τους με την Total, υπάρχει ενδιαφέρον από ξένες εταιρείες.

Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 9 Ιουλίου