Ωρολογιακή βόμβα κάτω από το χαλί

Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Η αλυσίδα είναι μακριά. Ο πιο πρόσφατος κρίκος ήταν τα επεισόδια στη Χίο. Οι συγκρούσεις μεταξύ προσφύγων/μεταναστών άρχισαν στο κέντρο φιλοξενίας στη ΒΙΑΛ και επεκτάθηκαν στο κέντρο της πόλης. Έχουν προηγηθεί αντίστοιχα και πιο σοβαρά επεισόδια στο κλειστό κέντρο της Μόριας στη Λέσβο. Επίσης, στο Βαθύ της Σάμου που επίσης μετατράπηκε σε πεδίο μάχης και σε παρανάλωμα του πυρός.
 
Είναι προφανές ότι σ’ αυτή την αλυσίδα θα προστίθενται με την πάροδο του χρόνου ολοένα και περισσότεροι κρίκοι. Το θερμόμετρο στους καταυλισμούς προσφύγων-μεταναστών είναι εδώ και καιρό στο κόκκινο. Συχνά για ασήμαντες αφορμές ξεσπούν συγκρούσεις μεταξύ εθνικών ομάδων.
 
Ο συνήθης απολογισμός είναι περισσότεροι ή λιγότεροι τραυματίες από ξύλα, πέτρες και μαχαίρια. Και βεβαίως μεγαλύτερες ή μικρότερες καταστροφές στην υποδομή και στον εξοπλισμό των κέντρων.
 
Πριν ένα χρόνο περίπου, στη Σχολή Εθνικής Άμυνας εξετάστηκε σενάριο, σύμφωνα με το οποίο σε κάποιο κλειστό κέντρο σε νησί ξεσπούν συμπλοκές μεταξύ εθνικών ομάδων με πέντε τραυματίες. Οι κλεισμένοι στο κέντρο πρόσφυγες-μετανάστες σπάζουν την περίφραξη και ξεχύνονται σαν όχλος στο νησί, λεηλατώντας.
 
Οι ντόπιοι αντιδρούν με κάθε διαθέσιμο μέσο, γεγονός που μετατρέπει τις ενδομεταναστευτικές συγκρούσεις σε συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και προσφύγων/μεταναστών. Προς το παρόν δεν είμαστε εκεί, αλλά αστυνομικές πηγές που έχουν εικόνα της κατάστασης υποστηρίζουν πως δεν αποκλείεται να οδηγηθούμε σε τέτοιες καταστάσεις.
 
Τότε είναι πιθανόν τα ΜΑΤ να μην μπορούν να αποκαταστήσουν την τάξη, ειδικά εάν οι ταραχές γενικευθούν και επεκταθούν σε αρκετούς καταυλισμούς. Πρόκειται για το σενάριο που οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες ξορκίζουν. Θα έπρεπε, όμως, να προετοιμάζονται για να το διαχειρισθούν. Δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί αναπόφευκτο, αλλά είναι πολύ πιθανό.
 
Πριν και τώρα
 
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να απαντήσουμε σε μία εύλογη απορία: Τα προηγούμενα χρόνια, είχαν εισέλθει παρανόμως στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες μεταναστών από την Ασία και την Αφρική. Και τότε είχαν εκδηλωθεί κοινωνικές παρενέργειες, αλλά δεν υπήρχε η κατάσταση που υπάρχει σήμερα με τους καταυλισμούς και τις αιματηρές συμπλοκές.
 
Πριν το 2015, οι μετανάστες που εισέρχονταν παρανόμως στην Ελλάδα, μετά την κράτησή τους σε κλειστά κέντρα (εάν περνούσαν από εκεί), έρχονταν στην Αθήνα. Εδώ δικτυώνονταν κατά κανόνα με τα υπάρχοντα κυκλώματα ομοεθνών τους. Αυτά τους εξασφάλιζαν χώρο για να κοιμούνται, φαγητό και κάποιου είδους εργασία. Με τον τρόπο αυτό το πρόβλημα κρυβόταν κάτω από το χαλί.
 
Εάν τους δινόταν η δυνατότητα να φύγουν προς τις πλουσιότερες χώρες της βόρειας Ευρώπης έφευγαν. Εάν όχι, παρέμεναν εδώ και περισσότερο ή λιγότερο βολεύονταν. Η Ελλάδα, άλλωστε, ειδικά πριν την κρίση, είχε αρκετές ευκαιρίες για φθηνή εργασία.
 
Δεν ισχύει το ίδιο με τους πρόσφυγες-μετανάστες που εγκλωβίσθηκαν στην Ελλάδα όταν έκλεισε ο βαλκανικός διάδρομος. Αυτοί χρησιμοποίησαν την Ελλάδα αποκλειστικά ως χώρα διέλευσης: από τα μικρασιατικά παράλια στα ελληνικά νησιά, από τα ελληνικά νησιά στον Πειραιά, και από τον Πειραιά στην Ειδομένη.
 
Σχεδόν στο σύνολό τους, οι νεοεγκλωβισμένοι δεν θέλουν να παραμείνουν στην Ελλάδα. Ακόμα και μετά το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου παρέμειναν κατά κανόνα προσηλωμένοι στον στόχο τους: να μεταβούν στη Γερμανία και σε άλλες πλούσιες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά.
 
Σ’ αυτό παίζουν αποφασιστικό ρόλο τρεις παράγοντες:
 
Πρώτον, είδαν όσους πήραν τον ίδιο δρόμο μερικούς μήνες πριν από αυτούς να έχουν σήμερα εγκατασταθεί στη Βόρειο Ευρώπη. Συχνά έχουν συγγενείς που τους περιμένουν εκεί.
Δεύτερον, τους δίνει ελπίδες ότι σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια το προσφυγικό-μεταναστευτικό κύμα του 2015-16 έχει συγκεντρώσει τους προβολείς της διεθνούς δημοσιότητας.
Τρίτον, οι ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις) και οι κάθε είδους εγχώριοι και αλλοδαποί “αλληλέγγυοι” που πλαισιώνουν τους πρόσφυγες-μετανάστες κατά κανόνα τροφοδοτούν την ελπίδα. Ορισμένοι εξ αυτών, μάλιστα, τους εξωθούν και σε συλλογικές αντιδράσεις. Οι καταυλισμοί έχουν μετατραπεί σ’ ένα ιδιότυπο πεδίο ακτιβισμού.
Αυτοί είναι οι λόγοι που, μήνες μετά το κλείσιμο των συνόρων στην Ειδομένη, συνέχιζαν χιλιάδες άνθρωποι να παραμένουν σε άθλιες συνθήκες στον εκεί πρόχειρο καταυλισμό. Η διάψευση της εξαρχής αβάσιμης ελπίδας για γρήγορη επαναλειτουργία του βαλκανικού διαδρόμου φόρτισε το κλίμα.
 
Οργή και βία
 
Πολλοί πρόσφυγες-μετανάστες είχαν παραμυθιαστεί από τους Τούρκους διακινητές ότι, με την είσοδό τους στην ΕΕ, θα απολάμβαναν επιδομάτων που θα τους εξασφάλιζαν άνετη ζωή. Αυτό που ζουν ισοδυναμεί με ανώμαλη προσγείωση.
 
Ο μεγάλος αριθμός φιλοξενουμένων και οι κατά κανόνα άθλιες συνθήκες τροφοδοτούν την οργή και τη βία. Οι εθνοτικές συμπλοκές προσλαμβάνουν διαστάσεις. Οι κλοπές και οι σεξουαλικές επιθέσεις, ακόμα και σε ανήλικους, είναι συχνό φαινόμενο. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα σχηματίσθηκαν συμμορίες οπλισμένες με μαχαίρια.
 
Είναι ενδεικτικό πως, μόλις πέσει το σκοτάδι, τα στελέχη της FRONTEX στα νησιά, αλλά και εργαζόμενοι στις ΜΚΟ και κάθε είδους εθελοντές κατά κανόνα φεύγουν. Φοβούνται για την προσωπική ασφάλειά τους. Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστα περιστατικά βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
 
Πάγια πρακτική των ΜΚΟ είναι να μην δημοσιοποιούν πληροφορίες οι οποίες δημιουργούν αρνητική εικόνα για τους πρόσφυγες-μετανάστες, που είναι οι “πελάτες” τους. Το επιχείρημά τους είναι ότι, εάν δημοσιοποιούνται επιθετικές συμπεριφορές και κάθε είδους παράνομες και βίαιες πράξεις, εντείνεται η ανησυχία της κοινής γνώμης και τροφοδοτείται η ξενοφοβία και ο ρατσισμός.
 
Σ’ αυτό το κλίμα της ιδιότυπης “ομερτά” έχουν κατά κανόνα προσαρμοσθεί και οι υπεύθυνοι των κέντρων για να μην αντιμετωπίσουν προβλήματα. Η αστυνόμευση, άλλωστε, είναι υποτυπώδης.
 
Αρχικά, η ελληνική κοινωνία κατά κανόνα επέδειξε μια ηθική και υλική αλληλεγγύη στους ταλαιπωρημένους πρόσφυγες-μετανάστες, παρά την οξύτατη οικονομική κρίση που η ίδια βιώνει. Ο εγκλωβισμός, όμως, ενός πλήθους προσφύγων-μεταναστών έχει ήδη αρχίσει να προκαλεί κοινωνικές παρενέργειες.
 
Διάχυση και εκτός κέντρων
 
Τα κρούσματα κάθε είδους βίας δεν πρόκειται να παραμείνουν εντός των κέντρων υποδοχής. Αναπόφευκτα, κάποια στιγμή θα βγουν και εκτός. Αυτό έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει, αλλά όχι ακόμα σε μεγάλο βαθμό.
 
Εάν, όπως διαφαίνεται, προκύψουν σοβαρά προβλήματα δημόσιας ασφάλειας, οι Έλληνες θα αρχίσουν ολοένα και περισσότερο να βιώνουν την προσφυγική-μεταναστευτική κρίση όχι ως ανθρωπιστικό πρόβλημα, αλλά ως απειλή για τη δική τους καθημερινότητα.
 
Εάν ο Έλληνας νοιώθει ανασφάλεια, δεν πρόκειται ούτε να αποδεχθεί τον πρόσφυγα και τον μετανάστη, ούτε να σεβασθεί τα όποια δικαιώματά του. Η διάχυση της ανασφάλειας οδηγεί σε μια παλινδρόμηση της κοινής γνώμης προς ξενοφοβικές συμπεριφορές.
 
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άφησε σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο διάστημα ανεξέλεγκτες τις ΜΚΟ και τους “αλληλέγγυους”, το γεγονός ότι απέφυγε να θέσει κανόνες και να επιβάλει την εφαρμογή τους, είχε συνέπειες. Εδραίωσε την εντύπωση στους πρόσφυγες-μετανάστες πως στην Ελλάδα υπάρχουν περιθώρια για να αυθαιρετούν ατιμωρητί.
 
Όλοι τους σχεδόν προέρχονται από χώρες με αυταρχικά καθεστώτα και χωρίς την παραμικρή δημοκρατική παράδοση. Η κοινωνία πολιτών, η έννοια του πολίτη με δικαιώματα και υποχρεώσεις, τους είναι βιωματικά ξένη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πρόσφυγες-μετανάστες κατά κανόνα να λειτουργούν όπως τα παιδιά: να καταλαμβάνουν όσο χώρο τούς αφήνεις.
 
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έθεσε εξαρχής κανόνες και δεν επέβαλε με κάθε νόμιμο μέσο την τήρησή τους δημιούργησε αρνητικό προηγούμενο. Τροφοδότησε την εντύπωση πως μπορούν να μην συμμορφώνονται με τις οδηγίες της Πολιτείας, πως, εάν θέτουν όρους και μαζικά διαμαρτύρονται, μπορούν να επιβάλουν τις απαιτήσεις τους. Προς αυτή την κατεύθυνση, άλλωστε, τους ωθούν και κάποιοι από τους ακτιβιστές που τους πλαισιώνουν.
 
Η αίτηση για άσυλο σαν άδεια παραμονής
 
Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι οι αιτήσεις για παροχή ασύλου. Η ευρωτουρκική συμφωνία του Μαρτίου 2016 προβλέπει πως οι αιτήσεις για άσυλο των νεοεισερχομένων θα διεκπεραιώνονται στα νησιά. Η καθυστέρηση διεκπεραίωσης έχει μετατρέψει τα εκεί κέντρα ταυτοποίησης και καταγραφής σε κέντρα υποδοχής για απροσδιόριστο χρόνο.
 
Η απαράδεκτη αυτή κατάσταση επιβαρύνει διπλά τα νησιά:
 
Πρώτον, λόγω των αναπόφευκτων παρενεργειών στις σχετικά μικρές κοινωνίες.
Δεύτερον, λόγω της αναπόφευκτης μείωσης του τουρισμού, ο οποίος αποτελεί τη βασική πηγή εισοδήματος για τους ντόπιους.
Η Πολιτεία επιδεικνύει παραδοσιακά ολιγωρία στην εξέταση των αιτήσεων για άσυλο. Το 2012 υπήρχαν 55.000 εκκρεμείς αιτήσεις ασύλου, ορισμένες εξ αυτών από το 2000! Από τότε άρχισε η ταχύρρυθμη εξέτασή τους. Την άνοιξη του 2016 ο όγκος των παλαιών αιτήσεων είχε σχεδόν διεκπεραιωθεί σε πρώτο βαθμό. Παρέμεναν εκκρεμείς περίπου 13.000 αιτήσεις σε δεύτερο βαθμό.
 
Όσοι προέρχονταν από σχετικά ασφαλείς χώρες (Πακιστάν, Μπαγκλαντές, Μαρόκο κ.α.) υπέβαλαν αιτήσεις για άσυλο (χωρίς να έχουν διαβατήρια) κυρίως για να κερδίσουν χρόνο. Με ευθύνη της Πολιτείας, η διαδικασία εξέτασης του αιτήματος είχε φθάσει να διαρκεί μέχρι και 12 χρόνια!
 
Και όσο μια αίτηση ήταν σε εκκρεμότητα, ο αιτών εξασφάλιζε καθεστώς προσωρινής παραμονής. Είναι αποκαλυπτικό πως, όταν μετά από χρόνια ερχόταν η σειρά μιας αίτησης να εξεταστεί από την αρμόδια επιτροπή, ο ενδιαφερόμενος που δεν είχε τις προϋποθέσεις να χαρακτηρισθεί πρόσφυγας κατά κανόνα δεν εμφανιζόταν για να δώσει την προβλεπόμενη συνέντευξη.
 
Οι νεοεγκλωβισμένοι στην Ελλάδα πρόσφυγες-μετανάστες προτιμούν να υποβάλουν αίτηση ασύλου παρά να επαναπροωθηθούν αμέσως στην Τουρκία. Προς το παρόν, όμως, δεν έχουν πρακτικά αυτή τη δυνατότητα. Περιμένουν τη σειρά τους, γεγονός που τους προκαλεί αίσθημα αδιεξόδου, το οποίο με τη σειρά του εντείνει τον εκνευρισμό.
 
Επειδή κάθε αίτηση εξετάζεται χωριστά, ήταν εξαρχής δεδομένο πως το σύστημα θα μπουκώσει. Πράγματι, μέχρι τώρα έχει εξεταστεί ένα σχετικά μικρό ποσοστό από τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί. Η βοήθεια που έχει παράσχει το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης Ασύλου στην πράξη αποδείχθηκε πολύ μικρότερη από τις υποσχέσεις.
 
Ο αιτών άσυλο, άλλωστε, έχει δικαίωμα να κριθεί και σε δεύτερο βαθμό. Μόνο εάν απορριφθεί και τότε η αίτησή του μπορεί να σταλεί στην Τουρκία ή να απελαθεί. Με τον σημερινό ρυθμό θα χρειασθούν χρόνια για να διεκπεραιωθεί ο όγκος των αιτήσεων. Η Πολιτεία έπρεπε να έχει ενισχύσει τον μηχανισμό εξέτασης για να υπάρχει γρήγορη διεκπεραίωση.
 
Η παρεμβολή των «επαγγελματιών»
 
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι αρχικά οι δευτεροβάθμιες επιτροπές κατά κανόνα παρείχαν άσυλο σ’ όλους σχεδόν που προσέφευγαν. Όσοι, όμως, εξασφαλίζουν άσυλο στην Ελλάδα απαγορεύεται να επιστραφούν στην Τουρκία.
 
Το γεγονός π.χ. ότι ένας αιτών Σύρος είναι πρόσφυγας, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να του παραχωρήσει άσυλο. Σύμφωνα με την ευρωτουρκική συμφωνία μπορεί να τον επαναπροωθήσει στην Τουρκία για να εξεταστεί εκεί η αίτησή του. Για κάθε έναν τέτοιο που επαναπροωθείται κάποιος άλλος Σύρος που βρίσκεται στην Τουρκία θα γίνει δεκτός ως πρόσφυγας στην ΕΕ.
 
Γιατί τότε οι δευτεροβάθμιες επιτροπές κατά κανόνα παραχωρούσαν άσυλο σ’ όσους είχαν προσφύγει; Η απάντηση είναι ότι παραχωρούσαν άσυλο, λόγω σύνθεσης και ιδεοληψιών.
 
Σύμφωνα με νόμο της κυβέρνησης Σημίτη, οι δευτεροβάθμιες επιτροπές συγκροτούνταν από έναν υπηρεσιακό παράγοντα, έναν εκπρόσωπο της ΜΚΟ Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και έναν εκπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες.
 
Η Ύπατη Αρμοστεία, που επαγγελματικά υποστηρίζει τους πρόσφυγες/μετανάστες έχει επισήμως καταγγείλει την ευρωτουρκική συμφωνία. Ως εκ τούτου, ο εκπρόσωπός της έχει την τάση να ψηφίζει υπέρ της παροχής ασύλου για να μην επαναπροωθηθεί ο αιτών στην Τουρκία.
 
Το ίδιο ίσχυε κατά κανόνα και για τον εκπρόσωπο της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Εκεί κυριαρχούν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και μεταμοντέρνοι φιλελεύθεροι, οι οποίοι ιδεολογικά είναι ταγμένοι υπέρ των προσφύγων και των μεταναστών, αδιαφορώντας για το θεμιτό εθνικό συμφέρον.
 
Ο εκπρόσωπος της ελληνικής Πολιτείας κατά κανόνα μειοψηφούσε. Στην πραγματικότητα, η Πολιτεία είχε εκχωρήσει μία ζωτικής εθνικής σημασίας εξουσία της στην Ύπατη Αρμοστεία και σε μία ΜΚΟ! Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι να έχουν επιστραφεί στην Τουρκία πολύ λιγότεροι από όσους ήταν δυνατόν να επιστραφούν.
 
Αν και ο αρμόδιος υπουργός Μουζάλας προέρχεται από τον χώρο των ΜΚΟ, αν και ήταν φορέας τέτοιων ιδεοληψιών, υποχρεώθηκε από τα πράγματα να προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Το έχει ομολογήσει ο ίδιος και είναι προς τιμή του. Πρέπει, επίσης, να του αναγνωρισθεί πως κάνει ό,τι μπορεί αφενός για να βελτιώσει τις υποδομές φιλοξενίας, αφετέρου για να πιέσει την ΕΕ προς την κατεύθυνση αποτελεσματικότερων δράσεων.
 
Προληπτικές δράσεις
 
Αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες εκφράζουν έντονους φόβους για όσα φέρνουν οι επόμενοι μήνες σ’ αυτό το μέτωπο. Υποστηρίζουν πως για να αποφευχθούν μεγάλης κλίμακας κοινωνικές παρενέργειες και προβλήματα δημόσιας ασφάλειας, πρέπει οι αιτήσεις ασύλου να διεκπεραιωθούν με πολλαπλάσιο ρυθμό από τον σημερινό.
 
Υποστηρίζουν, επίσης, ότι ειδικά τα ανοικτά κέντρα φιλοξενίας προσφύγων πρέπει να είναι μικρού μεγέθους και κατά το δυνατόν να είναι διεσπαρμένα σ’ όλη την επικράτεια. Στις συνθήκες των μεγάλων καταυλισμών είναι αδύνατον να υπάρχει επαρκής έλεγχος.
 
Όσο πολυπληθέστεροι είναι, μάλιστα, τόσο πιο ανεξέλεγκτοι είναι και τόσο πιο πολύ θα λειτουργήσουν σαν θερμοκήπια και για την εγκληματικότητα, αλλά και για τον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Ακόμα και εάν στους κόλπους των προσφύγων-μεταναστών δεν βρίσκονται οπαδοί του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα, κατά πάσα πιθανότητα βρίσκονται φανατικοί ισλαμιστές.
 
Οι αρχές ασφαλείας δεν φοβούνται μόνο τις οργανωμένες τρομοκρατικές επιθέσεις. Φοβούνται και το ενδεχόμενο επιθέσεων από “μοναχικούς λύκους”. Η ζημιά που μπορούν να κάνουν δεν θα είναι εξίσου μεγάλη, αλλά είναι αρκετή για να βάλει φωτιά. Να προκαλέσει ανεξέλεγκτες αντιδράσεις από Έλληνες, με αποτέλεσμα έναν φαύλο κύκλο βίας.
 
Ένας νέος φανατικός και ασταθής ισλαμιστής, που έχει εγκλωβισθεί στην Ελλάδα χωρίς ελπίδα να πάει στον “παράδεισο” της Γερμανίας, δεν είναι απίθανο να μπει στον πειρασμό. Η Ελλάδα δεν είναι ο υπ’ αριθμόν ένα στόχος, αλλά είναι μία ευρωπαϊκή χριστιανική χώρα. Τίποτα δεν εγγυάται πως έχει εξασφαλίσει για πάντα το απυρόβλητο.