Του Κώστα Ράπτη 

Έχει επιταχυνθεί η υλοποίηση του σχεδίου οικοδόμησης μιας “Νέας Τουρκίας” σε ισλαμιστική κατεύθυνση; Αυτό φοβούνται οι υπέρμαχοι του κοσμικού κράτους στη γείτονα χώρα και ένα από τα συμπτώματα που ενισχύουν τους φόβους τους είναι η απομάκρυνση του Mehmet Görmez από τα καθήκοντά του.

Ο Görmez ήταν επικεφαλής της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας (Diyanet), δηλ. προϊστατο των τζαμιών της χώρας, που επί διακυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έχουν φθάσει τα 85.000. Κληροδότημα των κεμαλικών μεταρρυθμίσεων, το Diyanet υπάγεται στο γραφείο του πρωθυπουργού ενσαρκώνει τόσο τον έλεγχο της θρησκείας από το κράτος, εφόσον σχεδιάζει κεντρικά ακόμη και το κήρυγμα της Παρασκευής, όσο και την κυριαρχία του σουνιτικού Ισλάμ, εφόσον κανενός άλλου δόγματος οι λειτουργοί δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι.

Η σημασία του Diyanet δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθεί. Όχι μόνο διότι διαθέτει μεγαλύτερο προϋπολογισμό και περισσότερο προσωπικό απ’ ό,τι λ.χ. τα υπουργεία Εξωτερικών και Υγείας, αλλά και διότι οι ιμάμηδες υπερέχουν κάθε άλλου δημόσιου λειτουργού ως προς την αλληλεπίδραση με το κοινό. Αρκεί και μόνο να αναλογιστούμε ότι καλούν τους πιστούς σε προσευχή πέντε φορές τη μέρα.

Η δύναμη του Diyanet έγινε ολοφάνερη κατά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, όταν με εντολή του Görmez, οι μιναρέδες όλης της χώρας καλούσαν τον λαό να διαδηλώσει στους δρόμους.

αι όμως: φαίνεται ότι ο Görmez δεν ήταν όσο “νομιμόφρων” πρέπει – με τα κριτήρια της “Νέας Τουρκίας”. Εξ ού και παραιτήθηκε στις 30 Ιουλίου, τρία χρόνια πριν από την λήξη της θητείας του.

Το ότι η αποχώρησή του δεν ήταν πραγματικά οικειοθελής, παρά είχε να κάνει με κάποιου είδους σύγκρουση με τον Tayip Erdoğan το επιβεβαίωσε στις 5 Αυγούστου ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος, καταφερόμενος εναντίον του Görmez, ο οποίος, όπως είπε, είχε αφήσει πολλές “μαύρες τρύπες” στο σύστημα, επιτρέποντας σε “άλλους” να διεισδύσουν, ιδίως στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της χώρας.

Δεν είναι σαφές αν ο Erdoğan, αναφερόταν σε τζιχαντιστές, γκιουλενιστές, Κούρδους αυτονομιστές ή κάποιον άλλον από τους αντιπάλους του. Γεγονός πάντως είναι ότι ο Görmez στηριζόταν ιδιαιτέρως στις συλλογικές γνωμοδοτήσεις των κληρικών του Diyanet ή, τέλος πάντων, τις επικαλούνταν συχνά προκειμένου να καλύψει την απροθυμία του να ικανοποιήσει άνωθεν επιθυμίες.

Ο ίδιος θα παρηγορηθεί, σύμφωνα με δημοσιεύματα, αναλαμβάνοντας πρώτος πρύτανης του Διεθνούς Ισλαμικού Τεχνολογικού και Επιστημονικού Πανεπιστημίου, το οποίο ιδρύθηκε με νομοθέτημα της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 2015. Από τη θέση αυτή θα έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο στην συγκρότηση και στελέχωση των τμημάτων του Πανεπιστημίου. Όσο για το Diyanet, κάποιος αρκούντως “συνεργάσιμος” θα βρεθεί να το διευθύνει.

Τα δημοσιεύματα του τουρκικού Τύπου αναφέρουν ως άμεση αιτία της απομάκρυνσης του Görmez τις τριβές με τον πολιτικό του προϊστάμενο Numan Kurtulmuş, ο οποίος επίσης υποβαθμίστηκε κατά τον τελευταίο ανασχηματισμό από αντιπρόεδρος της κυβέρνησης σε υπουργό Πολιτισμού. Το κύριο ερώτημα, όμως είναι αν, πέραν των γραφειοκρατικών πολέμων, η αλλαγή στην ηγεσία του Diyanet σηματοδοτεί και ιδεολογικό αναπροσανατολισμό.

Τόσο ο Görmez (υποδιευθυντής του Diyanet από το 2003 και διευθυντής από το 2010) όσο και ο προκάτοχός του Ali Bardakoğlu προέρχονται από τον ακαδημαϊκό χώρο και διέπονται από αντιλήψεις εκσυγχρονιστικές. Η κυβέρνηση Erdoğan στήριζε το προηγούμενα χρόνια τον πολυπράγμονα Görmez, ο οποίος προέστη μιας αναθεώρησης εντός σύγχρονων συμφραζομένων της προφορικής ισλαμικής παράδοσης (Ηadith), καλλιέργησε τις επαφές του στο εξωτερικό, υπήρξε ο πρώτος Τούρκος κληρικός που κήρυξε στο τέμενος Al-Aqsa της Ιερουσαλήμ, αλλά και ο πρώτος που χρησιμοποίησε σε κήρυγμά του την κουρδική γλώσσα.

Φαίνεται, ωστόσο, να μην ήταν αρεστός σε όσους επιθυμούν αφοσίωση στην Ahl al-Sunna, το “ανόθευτο” σουνιτικό δόγμα που χαρακτηριστικά αποκαλούν με την αραβική του ονομασία,

Σημάδια σκλήρυνσης της “Νέας Τουρκίας” στο θρησκευτικό μέτωπο παρουσιάζονται αρκετά. Ήδη οι θιασώτες του κοσμικού κράτους έχουν αναστατωθεί από την κυβερνητική πρωτοβουλία να δοθεί και στους ιμάμηδες και τα στελέχη του Diyanet το δικαίωμα τέλεσης πολιτικού γάμου, με το σκεπτικό ότι πρόκειται ούτως ή άλλως για δημόσιους λειτουργούς. (Από τον καιρό του Mustafa Kemal Atatürk o πολιτικός γάμος είναι ο μόνος νομικά έγκυρος στην Τουρκία και τελείται από τους δημάρχους).

Ο αριθμός των ιεροσπουδαστηρίων (imam hatip) και των μαθητών τους έχει πολλαπλασιασθεί, ενώ στις 2 Αυγούστου η εφημερίδα Cumhuriyet αποκάλυψε ότι το υπουργείο Παιδείας υπέγραψε προγραμματική σύμβαση που θα επιτρέπει στο Ίδρυμα Ensar να πραγματοποιεί εκπαιδευτικά προγράμματα σε 1.000 σχολεία. Αντίστοιχα, δίδεται κρατική χρηματοδότηση για τη λειτουργία 31 εκπαιδευτικών κέντρων από το ίδρυμα Muradiye, συνδεόμενο με το σουφικό τάγμα των Naqshbandi, στο οποίο φέρεται να ανήκει και ο ίδιος ο Erdoğan.

Όμως τα πολιτικά προβλήματα παραμονεύουν. Με δεδομένο ότι οι εκλογές του 2019 (οι πρώτες με βάση το αναθεωρημένο Σύνταγμα που εγκρίθηκε στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου) είναι, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος, “δύσκολες”, ο Erdoğan χρειάζεται τη στήριξη τόσο του αστερισμού των ισλαμιστικών οργανώσεων, αδελφοτήτων και μικρότερων κομμάτων που θα πιέζουν για περισσότερο “ταυτοτικές” πολιτικές, όσο και των εθνικιστών του “κόμματος των Γκρίζων Λύκων” (MHP), οι οποίοι ήδη καθιστούν σαφές ότι εμμένουν στην κεμαλική αρχή του κοσμικού κράτους.

Πηγή Capital